ΚΕΡΔΙΣΕ Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΛΕΕΙ Ο Θ. ΑΝΔΡΕΟΥ- ΟΥΔΕΝ ΣΧΟΛΙΟ ΑΠΟ Θ. ΚΟΡΦΙΩΤΗ
«Αδειάζει» Σιζόπουλο το Δικαστήριο – Τα κόμματα ελέγχονται
Υπό την κρίση του Δικαστηρίου οι αποφάσεις των συλλογικών οργάνων των κομμάτων που λαμβάνονται κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Για ορατές πιθανότητες επιτυχίας του Δ. Παπαδάκη κάνει λόγο το Επαρχιακό Λευκωσίας, παρότι η αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης του Πειθαρχικού να διαγράψει τον ευρωβουλευτή από μέλος της ΕΔΕΚ απορρίφθηκε ως άνευ αντικειμένου.
Γράφει: Νάταλι Μιχαηλίδου
Ενδεικτική της προσέγγισης των Δικαστηρίων ως προς τον έλεγχο των αποφάσεων που λαμβάνουν τα συλλογικά όργανα των πολιτικών κομμάτων είναι η ενδιάμεση απόφαση που εξέδωσε ο Δικαστής Λ. Πασχαλίδης στην υπόθεση μεταξύ Δημήτρη Παπαδάκη και Κ.Σ. ΕΔΕΚ. Αντικείμενο της αίτησης που εξετάστηκε στο πλαίσιο της αγωγής που καταχωρίστηκε στις 27 Φεβρουαρίου, ήταν η αναστολή εκτέλεσης της απόφασης του Πειθαρχικού Συμβουλίου (10.02.2020) για διαγραφή του ευρωβουλευτή από το μητρώο μελών του κόμματος.
Η ένσταση της ΕΔΕΚ
Στην πολυσέλιδή απόφασή του (εκδοθείσα στις 05.10.2020), το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας παραθέτει λεπτομερώς τα γεγονότα που έλαβαν χώρα από τις 11 Νοεμβρίου 2019, όταν ο Μαρίνος Σιζόπουλος κατήγγειλε τον Δημήτρη Παπαδάκη, μέχρι και τις 13 Φεβρουαρίου 2020 που δόθηκε στη δημοσιότητα το πλήρες κείμενο της απόφασης του Πειθαρχικού για διαγραφή του από το μητρώο μελών της ΕΔΕΚ. Στην ένστασή τους, που υποστηρίχθηκε από ένορκη δήλωση του Γενικού Διευθυντή του κόμματος, Μ. Σολωμονίδη, οι εναγόμενοι προέβαλαν εφτά συνολικά λόγους για απόρριψη της αίτησης.
Η ουσία της ένστασης, σύμφωνα με το κείμενο της απόφασης, «περιστρέφεται γύρω από τη θέση ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του αρ.32, ότι ο Παπαδάκης κωλύεται εκ της συμπεριφοράς του να ζητά οποιαδήποτε θεραπεία και ότι δεν μπορεί να επιτραπεί η Δικαστική επέμβαση που ζητά ο Παπαδάκης ώστε να υποκατασταθούν τα θεσμικά όργανα ενός πολιτικού κόμματος και δη κατά τρόπο που θα δημιουργήσει επαχθή και αβέβαια αποτελέσματα στην εύρυθμη λειτουργία του κόμματος».
Σημειώνεται, πάντως, ότι οι εναγόμενοι δεν αμφισβητούν τα γεγονότα που αναφέρει ο Παπαδάκης «ούτε και αμφισβητούν τα σχετικά τεκμήρια που ο Παπαδάκης έχει παρουσιάσει, τα οποία μάλιστα επικαλούνται και οι ίδιοι».
Άνευ αντικειμένου,
λόγω εκτέλεσης της απόφασης
Κατόπιν εξέτασης των νομολογιακών αρχών που περιβάλλουν το αρ. 32 του Ν. 14/60, στο αιτιολογικό της απόφασης σημειώνεται με βάση τις θέσεις του ίδιου του Παπαδάκη, η ενδιάμεση αίτηση «δεν είχε ουσιαστικά κανένα αντικείμενο – αλλά και να είχε το απώλεσε – αφού η επίδικη απόφαση, την εκτέλεση της οποίας η παρούσα αίτηση επιδιώκει να αναστείλει, έχει ήδη εκτελεστεί πλήρως και μάλιστα προτού καταχωρηθεί η παρούσα αγωγή και αίτηση». Συνεπώς, συνεχίζει το Δικαστήριο, «η ενασχόληση με το κατά πόσο δικαιολογείται ή όχι στο ενδιάμεσο αυτό στάδιο η προσωρινή αναστολή εκτέλεσης
μιας απόφασης που έχει ήδη εκτελεστεί, συνιστά θεωρώ απλά θέμα μάταιης και ακαδημαϊκής συζήτησης, κάτι που είναι από μόνο του αρκετό για να σφραγίσει την τύχη της αίτησης». Σημειώνεται δε ότι ενώ θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι τρεις προϋποθέσεις του αρ. 32, νοουμένου βέβαια ότι η παρούσα αίτηση είχε αντικείμενο, «το ισοζύγιο της ευχέρειας (balance of convenience) στην παρούσα περίπτωση δεν θα μπορούσε να γείρει την πλάστιγγα υπέρ της αναστολής της διαγραφής».
Λήφθηκαν υπόψη οι νομολογιακές αρχές που διέπουν τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να επεμβαίνει σε πειθαρχικές αποφάσεις κομμάτων όταν διαπιστώνεται παραβίαση κανόνων φυσικής δικαιοσύνης
Σύμφωνα με την απόφαση, με την έκδοση ενός παρεμπίπτοντος διατάγματος «σκοπείται η διατήρηση της υφιστάμενης, κατά τον χρόνο εκδίκασης, κατάστασης πραγμάτων (status quo ante)» και όχι η ανατροπή του και μάλιστα προς ουσιαστική ικανοποίηση της κυρίως θεραπείας που ζητείται με την αγωγή. Τονίζοντας ότι, στο διάστημα που μεσολάβησε από τις καταγγελίες Σιζόπουλου μέχρι την καταχώριση της ενδιάμεσης αίτησης το status quo διαφοροποιήθηκε, το Δικαστήριο καταλήγει πως «η έκδοση προσωρινού διατάγματος που να αναστέλλει τη διαγραφή του θα συνιστούσε ουσιαστικά ανεπίτρεπτη ανατροπή του status quo, και δη κατά τρόπο που όχι μόνο θα συνιστούσε εμμέσως πλην σαφώς απόδοση των τελικών θεραπειών που ζητούνται με την αγωγή αλλά και κατά τρόπο ιδιαίτερα επαχθή προς τους εναγόμενους». Τυχόν αναστολή της διαγραφής μέχρι εκδίκασης της αγωγής, κατά την απόφαση, «θα συνεπάγετο υπό τις περιστάσεις ουσιαστικά επιβολή υποχρέωσης στους εναγόμενους να θεωρούν τον Παπαδάκη ωσάν και δεν διεγράφη ποτέ και να του παρέχουν όλα τα δικαιώματα και προνόμια που έχει ένα εγγεγραμμένο μέλος, περιλαμβανομένου και του δικαιώματος να εκλεγεί στα ανώτερα αξιώματα του κόμματος, τη στιγμή όμως που αυτός θα προωθεί δικαστικά μέτρα εναντίον τους και η ιδιότητα του ως μέλος θα είναι αβέβαιη».
Δέον να σημειωθεί ότι ο Παπαδάκης, δεν άσκησε το δυνητικό δικαίωμα άσκησης έφεσης στην Κεντρική Επιτροπή, αλλά προσέβαλε τη νομιμότητα και την ορθότητα της απόφασης του Πειθαρχικού καταχωρίζοντας αγωγή εντός 30 ημερών -ήτοι 17 μέρες μετά την έκδοση της απόφασης του πειθαρχικού και 13 μέρες πριν παρέλθει η προθεσμία για άσκηση έφεσης ενδοκομματικά.
Συζητήσιμη υπόθεση,
ορατή πιθανότητα επιτυχίας
Στην απόφασή του, ο κ. Πασχαλίδης παραθέτει έξι ενδεικτικά σημεία που κατά την κρίση του επιτρέπουν στον Δ. Παπαδάκη να θεωρεί ότι «έχει καλή συζητήσιμη υπόθεση και ορατή πιθανότητα επιτυχίας της αγωγής του στο βαθμό που αυτός επιδιώκει να καταδείξει ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, κανόνες άλλωστε οι οποίοι αποτελούν μέρος και του καταστατικού της ΕΔΕΚ αλλά και του κανονισμού της τελευταίας αναφορικά με την κομματική πειθαρχία». Αναφερόμενος σε εκ πρώτης όψεως προβληματισμό ως προς την τήρηση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης κατά τη διαδικασία που ακολουθήθηκε και που οδήγησε στην απόφαση για διαγραφή Παπαδάκη, το Δικαστήριο σημειώνει τα εξής:
«1. Η πειθαρχική διαδικασία εκδικάστηκε από ένα πειθαρχικό σώμα το οποίο την ίδια τη στιγμή ήταν και το σώμα που διατύπωσε, πρόσαψε και απήγγειλε τις κατηγορίες που στη συνέχεια εκδίκασε (βλ. κατ’ αναλογία απόφαση ΕΔΑΔ Kamenos v. Cyprus 31-10-2017 (no. 147/07). Όταν το θέμα τέθηκε ευθέως από το δικηγόρο του Παπαδάκη, το πειθαρχικό το αντιμετώπισε αποφασίζοντας ως εξής: – ‘το λοιπόν, τον κατήγορο θα τον κάνει ο κύριος Λεύκιος (σ.σ Λ. Δοράτης μέλος του πειθαρχικού), σε περίπτωση που αποφασίσουμε διαφορετικά θα τον επανακατηγοροποιήσουμε (σ.σ. προφανώς εννοεί επανακατηγορήσουμε)». Πρόσθετα τούτου, το πειθαρχικό φαίνεται να έλαβε και ακόμη πιο ενεργό ρόλο στην όλη διαδικασία, αφού σύμφωνα με την επίδικη απόφαση, το πειθαρχικό ‘…υπέβαλε τον μάρτυρα στην βάσανο της εξέτασης υπό μορφή ερωτήσεων προκειμένου να διαπιστώσει την αλήθεια των καταλογιζόμενων πράξεων ή παραλείψεων του καταγγελλόμενου…’.
2. Το πειθαρχικό κατηγορητήριο περιλάμβανε κατηγορίες για αδικήματα που ουδέποτε ερευνήθηκαν από τον Ευσταθίου ως προνοεί ο πειθαρχικός κανονισμός του κόμματος.
3. Παρά τις εκκλήσεις της πλευράς Παπαδάκη για να της δοθεί έγκαιρα το σύνολο του μαρτυρικού υλικού και παρά τις διαβεβαιώσεις από πλευράς πειθαρχικού ότι ‘τα έγγραφα θα σας δοθούν πριν την έναρξη της διαδικασία’ (βλ. πρακτικά 01/02/20), εν τέλει όχι μόνο δεν δόθηκε το εν λόγω μαρτυρικό υλικό πριν την έναρξη της διαδικασίας αλλά μάλιστα το πειθαρχικό ενημέρωσε ότι τα έγγραφα αυτά, η πλευρά Παπαδάκη ουσιαστικά θα τα λάμβανε κατά τη διάρκεια της ακρόασης διότι ‘αποτελούν θέμα μαρτυρίας’. Βεβαίως, κάποια έγγραφα η πλευρά Παπαδάκη τα είχε ήδη, όμως από την απόφαση της 10/02/20 προκύπτει ξεκάθαρα ότι η στοιχειοθέτηση των κατηγοριών δεν έγινε στη βάση μόνο των μερικών εγγράφων που είχαν ήδη δοθεί αλλά στη βάση και αρκετών άλλων εγγράφων και δη των 42 συνολικά εγγράφων που κατέθεσε ο Σιζόπουλος. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι ούτε ο Ευσταθίου φαίνεται να είχε υπόψη του όλα αυτά τα έγγραφα κατά την έρευνα του αφού καμία σχετική αναφορά δεν κάμνει ο τελευταίος στο πόρισμα του και σίγουρα δεν θα μπορούσε να αγνοηθεί ότι ούτε και στην παρούσα διαδικασία προσκομίσθηκαν αυτά τα κατ’ ισχυρισμό τεκμήρια που κατέθεσε ο Σιζόπουλος και που στοιχειοθέτησαν τις πειθαρχικές κατηγορίες και τα οποία περιγράφονται κατά γενικό τρόπο στην επίδικη απόφαση.
Η έκδοση προσωρινού διατάγματος που να αναστέλλει τη διαγραφή του θα συνιστούσε ουσιαστικά ανεπίτρεπτη ανατροπή του status quo
4. Η πειθαρχική διαδικασία ξεκίνησε με ενημέρωση του Παπαδάκη από το πειθαρχικό ότι ‘..απεφάσισε ομόφωνα ότι προκύπτουν εκ πρώτης όψεως αδικήματα εναντίον σας για τα οποία θα σας επιδοθεί σχετικό πειθαρχικό κατηγορητήριο’. Στη συνέχεια, το πρώτο πράγμα που έκανε το πειθαρχικό μόλις συνεδρίασε την 01/02/20 για να δικάσει τον Παπαδάκη ήταν να διερευνήσει κατά πόσο ‘υπάρχουν οποιαδήποτε περιθώρια συμβιβαστικής πρότασης», επιχειρώντας μάλιστα και να διαπραγματευτεί με τον Παπαδάκη καλώντας τον «αν έχει οποιαδήποτε αντιπρόταση να μας πει’. Αυτό μάλιστα αποτέλεσε και μέρος του σκεπτικού της απόφασης της 10/02/20. Κατά την εν λόγω συνεδρία δε, διάφορα μέλη του πειθαρχικού ενεπλάκηκαν σε έντονες προσωπικές λογομαχίες με το δικηγόρο του Παπαδάκη και σε σημείο μάλιστα που κατηγόρησαν τον εν λόγω δικηγόρο ότι ‘δεν σέβεται το Κόμμα’, ότι ‘δεν είναι ΕΔΕΚίτης’, ότι ‘εν μαλακίες που κάμνεις’, καταλήγοντας στο ότι ‘εν κρίμα πάντως ο Παπαδάκης, εν κρίμα…’ (βλ. πρακτικά 01/02/20).
5. Ενώ η επίδικη απόφαση της 10/02/20 υποτίθεται αφορούσε στο κατά πόσο ο Παπαδάκης θα κρινόταν ένοχος ή όχι στις έξι κατηγορίες που αντιμετώπιζε, το πειθαρχικό ενέπλεξε στη συζήτηση και θέματα ποινής και στο τέλος μάλιστα προχώρησε και επέβαλε απευθείας ποινή στο Παπαδάκη και δη την εσχάτη των προβλεπόμενων ποινών, χωρίς να εξεταστεί το ενδεχόμενο επιβολής οποιασδήποτε άλλης προβλεπόμενης ποινής ή έστω να κληθεί ο Παπαδάκης να προβεί σε μετριασμό. Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι για μία κατηγορία το πειθαρχικό αποφάσισε ‘…να μην υπεισέλθει στην εξέταση της συγκεκριμένης κατηγορίας και να μην λάβει υπόψη τη κατηγορία αυτή στη ποινή’ και ότι ενώ σε κάποιο σημείο της απόφασης του, το πειθαρχικό αναφέρει ότι ‘…Υπό τις συνθήκες αυτές δεν έχει νόημα η επιβολή ποινής στον κατηγορούμενο γιατί αυτός αποφάσισε για το δρόμο του…’ στο τέλος κατέληξε ότι ‘…Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η απόφαση δεν μπορεί να είναι άλλη από τη διαγραφή του Δ. Παπαδάκη από τo μητρώo μελών του Κινήματος…’.
6. Ο ερευνώντας λειτουργός, ήτοι ο Ευσταθίου, το πόρισμα του οποίου αποτέλεσε όχι μόνο το υπόβαθρο για τη πειθαρχική διαδικασία αλλά και ουσιαστικό μέρος του σκεπτικού της επίδικης απόφασης της 10/02/20, ήταν πρόσωπο που εμπλέκετο άμεσα στα επίδικα θέματα εφόσον αυτός ήταν που ετοίμασε «ως νομικό έγγραφο» τις δεσμεύσεις που ο Παπαδάκης ισχυριζόταν με την υπεράσπιση του ότι ήταν παράνομες και γι’ αυτό δεν τις τήρησε.»
Τι ζητά ο Παπαδάκης
Οι τελικές θεραπείες που ζητά με την αγωγή του ο Παπαδάκης αφορούν σε δηλωτικές και/ή αναγνωριστικές αποφάσεις ότι η απόφαση του Πειθαρχικού, καθώς και οποιεσδήποτε αποφάσεις λήφθηκαν στη βάση της εν λόγω απόφασης είναι «παράνομες, αυθαίρετες, αλλότριες, και κακόπιστες και παραβιάζουν τόσο το καταστατικό του κόμματος όσο και τα δικαιώματα του ως μέλος του κόμματος, τα συνταγματικά και ευρωπαϊκά κατοχυρωμένα δικαιώματα του σε δίκαιη δίκη αλλά και την ασυλία που αυτός απολαμβάνει ως ευρωβουλευτής».
Ζητά επίσης δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση «για διαγραφή του Ενάγοντα από το μητρώο μελών είναι άκυρη (void) και ότι ο Ενάγοντας εξακολουθεί να είναι μέλος του Κ.Σ. ΕΔΕΚ και ότι δικαιούται να απολαμβάνει όλα τα δικαιώματα του μέλους», άμεση αποκατάσταση (restitution) των δικαιωμάτων του ως μέλος και/ή την άμεση επαναφορά του στην προ της απόφασης διαγραφής του από το Μητρώο Μελών του Κ.Σ. ΕΔΕΚ κατάσταση και «ειδικές και γενικές αποζημιώσεις για τις οποίες ο Παπαδάκης δηλώνει ότι αν τις λάβει, δεσμεύεται ότι θα τις διαθέσει σε κοινωφελή σκοπό και/ή σε φιλανθρωπίες».
Δικαστική επέμβαση
στις πειθαρχικές αποφάσεις
Στην απόφασή του, ο Λ. Πασχαλίδης υπογραμμίζει ότι έλαβε υπόψη τις νομολογιακές αρχές που διέπουν τη δυνατότητα του Δικαστηρίου να επεμβαίνει σε πειθαρχικές ιδιαίτερα αποφάσεις σωματείων ή κομμάτων όταν διαπιστώνεται παραβίαση κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. Ειδική αναφορά γίνεται στις αρχές «που αφορούν στη δυνατότητα του Δικαστηρίου να επεμβαίνει σε αποφάσεις σωματείων, ιδιωτικών λεσχών ή ακόμη και πολιτικών κομμάτων όταν οι εν λόγω αποφάσεις αφορούν στην άσκηση διοικητικής ή οιονεί δικαστικής εξουσίας που απορρέει από τους Κανονισμούς τους και διαπιστώνεται λανθασμένη ερμηνεία των Κανονισμών ή σημειώνεται παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, κανόνες οι οποίοι αποβλέπουν στην προστασία του θεμέλιου της δικαιοσύνης». Σχετικά, σύμφωνα με την απόφαση, τα όσα αναφέρονται «στο σύγγραμμα των Halsbury’ s Laws of England, 4th ed. 2003 Reissue vol. 6, para 136 υπό τον τίτλο «Wrongful expulsion from clubs», τα οποία η κυπριακή νομολογία έχει υιοθετήσει».
«Αλίμονο να ήταν ένα κόμμα υπεράνω Νόμου και Συντάγματος», αναφέρει ο δικηγόρος του Δ. Παπαδάκη
Παρατίθεται από το Δικαστήριο το εξής απόσπασμα: «The remedy of a member irregularly or improperly expelled from a member’s club (if he has such a right of property as it is mentioned below) is by a claim, which may be brought…for a declaration that the expulsion is void and that the claimant is still a member of the club and for an injuction to restrain…from excluding him from the club premises, or preventing him from exercising the rights and privileges of membership and it seems for damages…The foundation of the jurisdiction of the court to interfere at the instance of a member improperly expelled in order to reinstate him, is the right of property (which need not be a beneficial right in land and may be a right in contract) vested in the member of which he is unjustly deprived by the unlawful expulsion…». Βοηθητική, προστίθεται, ήταν και η πρωτόδικη απόφαση στην Γεώργιου Κολοκασίδη ν. ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ, Αγωγή αρ. 4844/2011, 26 Ιουλίου, 2011 στην οποία αμφότερες οι πλευρές παρέπεμψαν.
«Βεβαίως και ελέγχονται τα κόμματα»
Το Δικαστήριο εξέδωσε μια απόφαση προς όφελος της διαφάνειας και της Δημοκρατίας, αναφέρει στο dejure ο δικηγόρος του ευρωβουλευτή, Θεοφάνης Ανδρέου. Παρότι απορριπτική ως προς την αιτούμενη θεραπεία, καθώς «θα ήταν επί ματαίω να αναστείλει το Δικαστήριο την απόφαση μιας πράξης που ήδη, εμείς λέμε αντικαταστατικά, εκτελέστηκε», ο κ. Ανδρέου τονίζει ότι το Δικαστήριο δέχθηκε, από τις τρεις προϋποθέσεις που απαιτούνται στο αρ.32, τις δύο, ότι δηλαδή «υπάρχει σοβαρή συζητήσιμη υπόθεση και ορατές πιθανότητες επιτυχίας».
Για να καταλήξει σε αυτά τα δύο συμπεράσματα, εξηγεί, «το Δικαστήριο αποφάσισε ότι έχει προφανώς εξουσία να ελέγξει σαν Δικαστικό Σώμα τις αποφάσεις του συλλογικού οργάνου πολιτικού κόμματος και αυτή είναι όλη η ουσία της απόφασης». Υπενθυμίζεται ότι σε δημόσιες δηλώσεις του, ο κ. Σιζόπουλος ανέφερε ότι: «Δεν πρόκειται να αποδεχθώ καμία δικαστική παρέμβαση στις διαδικασίες λειτουργίες του κόμματος και πολύ περισσότερο το κόμμα να αποφασίσει και έχει το δικαίωμα, ποιος θέλει να είναι μέλος του και ποιος όχι. Δεν είναι θέμα του Δικαστηρίου να μου καθορίσει ποιος πρέπει να είναι μέλος του κόμματός μου ή ποιος πρέπει να είναι εκπρόσωπος του κόμματός μου» (Προεδρικό Μέγαρο, 11.02.2020). «Αλίμονο να ήταν ένα κόμμα υπεράνω Νόμου και Συντάγματος», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Ανδρέου και εν είδει απάντησης στον πρόεδρο της ΕΔΕΚ, για να προσθέσει ότι «με αυτήν την απόφαση κέρδισε η Δημοκρατία, γιατί το Δικαστήριο είπε ξεκάθαρα ότι τα κόμματα βεβαίως και ελέγχονται, βεβαίως και δεν μπορούν να λειτουργούν έξω από τα δημοκρατικά θέσμια και μάλιστα τα συλλογικά τους όργανα, σε αυτήν την περίπτωση το Πειθαρχικό Συμβούλιο, πρέπει να σέβονται τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης και τα εχέγγυα μιας δίκαιης δίκης».
Ως προς τα λοιπά ευρήματα, ο κ. Ανδρέου διασαφηνίζει ότι βάσει της απόφασης «τα γεγονότα που παρουσίασε η δική μας πλευρά ήταν αδιαμφισβήτητα και αποτελούσαν ένα ασφαλές πραγματικό υπόβαθρο για το Δικαστήριο να προχωρήσει, εξ ου και ζήτησε να εκδικάσει την ουσία της υπόθεσης». Στην απόφαση αναφέρεται συγκεκριμένα ότι «το Δικαστήριο δηλώνει έτοιμο όπως δώσει οδηγίες για επίσπευση των διαδικασιών ώστε να μπορέσει να εκδικαστεί η ουσία της υπόθεσης το συντομότερο», ενώ γίνεται εισήγηση για τη διαδικασία της ταχείας εκδίκασης, με την οποία συμφωνεί η πλευρά Παπαδάκη.
«Τίποτα δεν χάθηκε, μάλλον κερδήθηκε και αυτός ο οποίος κέρδισε σε αυτήν την περίπτωση είναι η Δημοκρατία», αναφέρει καταληκτικά ο κ. Ανδρέου. Ο δικηγόρος της ΕΔΕΚ, κ. Θανάσης Κορφιώτης, δεν θέλησε να προβεί σε οποιαδήποτε δήλωση.
Διαβάστε εδώ το πλήρες κείμενο της απόφασης.