Εμπορικό Δικαστήριο ή εμπόριο δικαιοσύνης;
(vi) λειτουργία αγορών ή ανταλλαγή μετοχών, μεριδίων ή άλλων χρηματοπιστωτικών ή επενδυτικών μέσων ή αγαθών·
(viii) παροχή υπηρεσιών, εξαιρουμένων των ιατρικών, οιονεί ιατρικών ή οδοντιατρικών υπηρεσιών ή οποιασδήποτε υπηρεσίας που παρέχεται στο πλαίσιο σύμβασης εργασίας·
(ix) κατασκευή πλοίων, φορτηγών, αεροσκαφών·
(x) εμπορική εκπροσώπηση·
(xi) θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας·
(xii ) θέματα διαιτησίας:
νοουμένου ότι το αμφισβητούμενο ποσό ή η αξία της επίδικης διαφοράς δεν είναι κατώτερο των δύο εκατομμυρίων Ευρώ (€2.000,000).
Ο όρος «επιχειρηματικό έγγραφο» που απαντάται στην πρόταση νόμου είναι ατυχής εφόσον δεν πρόκειται για αναγνωρίσιμο νομικό όρο. Τι νοείται ως επιχειρηματικό έγγραφο; Διαφορά θα προκύψει από συμφωνία ή κατά το ορθότερο σύμβαση μεταξύ ορισμένων μερών. Η διαζευκτική αναφορά σε «συμφωνία» που ακολουθεί το επιχειρηματικό έγγραφο δηλώνει ότι αυτή είναι τουλάχιστον η πρόθεση των εισηγητών του νομοσχεδίου.
Ωστόσο, ο όρος επιχειρηματικό έγγραφο αποκαλύπτει μάλλον ότι οι εισηγητές του νομοσχεδίου ακολούθησαν το Ιρλανδικό πρότυπο όπου οι όροι business document, business contract περιλαμβάνονται στον ερμηνευτικό προσδιορισμό των εμπορικών διαδικασιών (commercial proceedings) για τις οποίες αναλαμβάνει δικαιοδοσία το Ιρλανδικό Εμπορικό Δικαστήριο. [4]
Ουδεμία ρητή αναφορά γίνεται επίσης στα εμπιστεύματα (trusts). Το συμπέρασμα μιας πρώτης ανάγνωσης είναι ότι διαφορές σχετικές με εμπιστεύματα δεν εμπίπτουν στις εμπορικές διαφορές που θα μπορούσαν να παραπεμφθούν στο Εμπορικό Δικαστήριο. Τούτο είναι παράδοξο καθώς ειδικά ο περί Διεθνών Εμπιστευμάτων Νόμος Ν. 69(Ι)/1992 συναρτάται και ευθέως αφορά στην προσέλκυση αλλοδαπών (επενδυτών) οι οποίοι με τον ένα τρόπο ή άλλο καλούνται να εμπιστευθούν την Κυπριακή δικαιοδοσία. Μάλιστα συχνά τα Διεθνή Εμπιστεύματα συνδέονται με κατ’ εξοχήν επενδυτικούς σκοπούς.
Μια πρόχειρη απάντηση θα ήταν ότι επιχειρηματικό έγγραφο μπορεί να εννοηθεί και το έγγραφο σύστασης εμπιστεύματος άρα εμπίπτει στην δικαιοδοσία του Εμπορικού Δικαστηρίου και η ύλη των Εμπιστευμάτων. Ωστόσο την νομική γλώσσα χαρακτηρίζει η εννοιακή ακρίβεια. Το έγγραφο σύστασης εμπιστεύματος είναι ότι δηλώνει η περιγραφή του όχι ένα επιχειρηματικό έγγραφο, ούτε το εμπίστευμα νομικά νοείται ως επιχείρηση. Είναι δίχως άλλο κάτι που πρέπει να προσεχθεί κατά την συζήτηση του νομοσχεδίου καθώς ερμηνευτικά αφήνεται χώρος για παρανοήσεις ή απλά πρόκειται για κενό σε ότι αφορά την δικαιοδοσία του Εμπορικού Δικαστηρίου που δεν εντοπίστηκε στο στάδιο σύνταξης του νομοσχεδίου. Προκειμένου δε για την παραπομπή διαφορών σχετικά με Διεθνές Εμπίστευμα στο Εμπορικό Δικαστήριο δέον τροποποιηθεί ο οικείος νόμος ο οποίος προνοεί στο άρθρο 2 ότι «Δικαστήριo» σημαίvει τov Πρόεδρo Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ ή Αvώτερo Επαρχιακό Δικαστή της επαρχίας όπoυ oι επίτρoπoι ή o επίτρoπoς τoυ διεθvoύς εμπιστεύματoς ή oπoιoσδήπoτε από αυτoύς πoυ διαμέvει στη Δημoκρατία έχoυv τηv κατoικία τoυς.
Ελλείψει ρητής αναφοράς στον ερμηνευτικό προσδιορισμό της εμπορικής διαφοράς δεν εμπίπτει εντός δικαιοδοσίας του νέου δικαστηρίου ούτε το αστικό αδίκημα του αθέμιτου ανταγωνισμού.[5] Η ουσία του αστικού αδικήματος του αθέμιτου ανταγωνισμού (ή συναγωνισμού) είναι ότι απαγορεύεται η πώληση αγαθών ή η άσκηση επιχείρησης και η διεξαγωγή των εργασιών κάποιου προσώπου, χρησιμοποιώντας όνομα, επωνυμία, σήμα, περιγραφή ή άλλο τρόπο, έτσι ώστε να παραπλανεί το (καταναλωτικό) κοινό, δημιουργώντας του την (εσφαλμένη) εντύπωση, ότι τα αγαθά ή η επιχείρηση του, είναι εκείνα κάποιου άλλου προσώπου. Συχνά ο αθέμιτος ανταγωνισμός συνδέεται και με θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας που εμπίπτει στην έννοια της εμπορικής διαφοράς κατά το άρθρο 2. Όμως η μη ρητή συμπερίληψη και του αθέμιτου ανταγωνισμού ενδέχεται να οδηγήσει σε ενστάσεις δικαιοδοσίας σε περιπτώσεις αγωγών όπου ο αθέμιτος ανταγωνισμός θα συμπλέκεται με θέματα πνευματικής ιδιοκτησίας.
Επίσης, ο περί Αγωγών Αποζημίωσης για Παραβάσεις του Δικαίου του Ανταγωνισμού Νόμος Ν. 113(Ι)/2017 ο οποίος αποσκοπεί να διασφαλίσει ότι οιοσδήποτε υπέστη ζημία λόγω παράβασης του δικαίου ανταγωνισμού από επιχείρηση ή από ένωση επιχειρήσεων, μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικά το δικαίωμα για αξίωση πλήρους αποζημίωσης για την εν λόγω ζημία από την επιχείρηση ή την ένωση επιχειρήσεων, ορίζει ως αρμόδιο δικαστήριο το Επαρχιακό Δικαστήριο.