Το Ανώτατο παραμένει αν(εξ)έλεγκτο
Τα ακανθώδη ζητήματα που ανέδειξε το πρωτόγνωρο για την κυπριακή Δικαιοσύνη σκηνικό, φαίνεται να παρακάμφθηκαν
Γράφει: Νάταλι Μιχαηλίδου
Προς αποκατάσταση του περί δικαίου αισθήματος και την επανάκτηση της κλονισμένης εμπιστοσύνης των πολιτών στη δικαστική εξουσία, το Ανώτατο Δικαστήριο προχώρησε σε μέτρα. Θέσπισε Οδηγό Δικαστικής Συμπεριφοράς με έξι βασικές αρχές, τροποποίησε τη Δικαστική Πρακτική για να διασφαλίζει κατά τρόπο απόλυτο τον αποκλεισμό σε περιπτώσεις που το ασυμβίβαστο επιτάσσει αυτοεξαίρεση, συναντήθηκε με την GRECO, ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της Βουλής και παρακάθισε, εκ νέου, σε διαβουλεύσεις επί της δικαστηριακής μεταρρύθμισης με τον ΠτΔ.
Παρά ταύτα, τα ακανθώδη ζητήματα που ανέδειξε το πρωτόγνωρο για την κυπριακή Δικαιοσύνη σκηνικό, φαίνεται να παρακάμφθηκαν. Ούτε η υιοθέτηση των Αρχών Bangalore, ούτε η τροποποιημένη δικαστική πρακτική απαντούν, στο παρόν τουλάχιστον στάδιο, τα μεγάλα ερωτήματα της κοινής γνώμης ως προς τον έλεγχο της ανώτατης δικαστικής βαθμίδας και την ποιότητα απονομής Δικαιοσύνης. Ζητούμενο; Η βελτίωση του επιπέδου της δημόσιας πίστης στο δικαστικό Σώμα και στο κράτος δικαίου. Απαίτηση; Να αντιμετωπίζεται το δικαστικό αξίωμα ως ένα δημόσιο καταπίστευμα.
Το πνεύμα, αλλά όχι το γράμμα
Κατά τα πρότυπα των οικουμενικής εμβέλειας δικαστικών αρχών Bangalore και ακολουθώντας το πνεύμα του Οδηγού Δικαστικής Συμπεριφοράς, που ισχύει στην Αγγλία, το Ανώτατο κατήρτισε τις έξι βασικές αρχές «προς υποβοήθηση των δικαστών για να καταλήξουν στις δικές τους αποφάσεις» -ανεξαρτησία, αμεροληψία, ακεραιότητα, ισότητα, ικανότητα και επιμέλεια.
Πέραν των Αρχών Bangalore, στα πρότυπα του οποίου συντάχθηκε, το Ανώτατο ακολούθησε, κατά το ίδιο, «και το πνεύμα του Οδηγού Δικαστικής Συμπεριφοράς που ισχύει στην Αγγλία (Guide to Judicial Conduct)». Ειδοποιός διαφορά ότι στην περίπτωση του ΗΒ, πέρα από την κατάρτιση αρχών δικαστικής συμπεριφοράς, έχει θεσμοθετηθεί και λεπτομερής διαδικασία υποβολής και εξέτασης παραπόνων εναντίον δικαστών του Ανωτάτου, προκειμένου να αναπτυχθεί και η αντίληψη της δικαστικής λογοδοσίας. Η βρετανική θεσμοθετημένη πρακτική προβλέπει, ανάμεσα σε άλλα, αρχειοθέτηση των παραπόνων, εμπλοκή του (θεσμού του) Lord Chancellor και, αναλόγως της έκβασης, απόλυση.
Επιπλέον, στο προοίμιο του Οδηγού, το Ανώτατο αναφέρει ρητώς ότι «δεν αποτελεί κώδικα, ούτε περιέχει κανόνες εκτός όπου ρητώς αναφέρεται». Και προστίθεται ότι «αυτές οι αρχές προϋποθέτουν ότι οι δικαστές είναι υπόλογοι για τη διαγωγή τους». Πάντως, ο πολυσυζητημένος Οδηγός, που περιλαμβάνει πανομοιότυπες αρχές με το Bangalore, δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες. Kατά κοινή ομολογία, περιορίζεται στα «αυτονόητα». Παρόλο που οι συντάκτες του ίδιου του Bangalore υποδεικνύουν ότι στα κράτη όπου υιοθετείται, το δικαστικό Σώμα οφείλει παράλληλα να προνοεί και για τη δημιουργία μηχανισμών εφαρμογής, το Ανώτατο -αντί άλλων προνοιών- παραπέμπει «για την ερμηνεία και την καλύτερη εφαρμογή του Οδηγού, στα ‘Bangalore Principles of Judicial Conducts’ και στις σχετικές επί αυτών παρατηρήσεις».
Σημειώνεται ότι, σε σχέση με πειθαρχικά παραπτώματα, εν ισχύ βρίσκεται μεν «Ο Περί της Ενάσκησης της Πειθαρχικής Εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου Διαδικαστικός Κανονισμός του 2000», αλλά αναφέρεται αποκλειστικά σε δικαστικούς λειτουργούς. Ως τέτοιοι ορίζονται (άρθρο 2) δικαστές κατώτερου δικαστηρίου (Επαρχιακό). Με βάση το Άρθρο 28, «σε Δικαστικό Λειτουργό, ένοχο πειθαρχικού παραπτώματος, επιβάλλεται επίπληξη ή επίπληξη, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας»!
Στην αναμονή για αυτοεξαιρέσεις
Σε αντίθεση με ό,τι έπραξε στην υπόθεση της Λαϊκής Τράπεζας, όπου αυτοεξαιρέθηκε, ο πρόεδρος του Ανωτάτου την περασμένη Τρίτη, στο πλαίσιο εκδίκασης συνεχιζόμενης υπόθεσης την οποία χειρίζεται το δικηγορικό γραφείο «Κούσιος, Κορφιώτης και Παπαχαραλάμπους» και στο οποίο εργάζεται από το 2015 η θυγατέρα του, Σοφία Νικολάτου, ανακοίνωσε ότι η νέα Δικαστική Πρακτική δεν θα έχει αναδρομική ισχύ και επομένως οι συνεχιζόμενες υποθέσεις θα μπορούν να εκδικαστούν από τους ίδιους δικαστές.
Νομικοί κύκλοι εικάζουν ότι η απόφαση για μη αναδρομική ισχύ σχετίζεται με πρακτικούς λόγους συνυφασμένους με ζητήματα ανακατανομής των υποθέσεων. Το Ανώτατο, πάντως, σε ανακοινωθέν του εν μέσω κρίσης (30.01) αναφορικά με την απόφαση τροποποίησης, σημειώνει ότι «προκειμένου να διασφαλιστεί κατά τρόπον απόλυτο η αντικειμενική αμεροληψία των δικαστών, ως απαραίτητη προϋπόθεση της δικαστικής λειτουργίας, κρίθηκε στο παρόν στάδιο ότι οι ανησυχίες για τις πρακτικές δυσκολίες, ανεξαρτήτως μεγέθους, θα πρέπει να υποχωρήσουν μπροστά στην ανάγκη για υιοθέτηση ενός απόλυτου αποκλεισμού, προσέγγιση η οποία είναι αυστηρότερη από όσα διαλαμβάνονται στην υπόθεση Nicholas και απ’ ό,τι προέβλεπε η μέχρι σήμερα Δικαστική Πρακτική».
Ειδοποιός διαφορά
Η εν λόγω περιοριστική Δικαστική Πρακτική, «που ρυθμίζει τις εμφανίσεις δικηγόρων οι οποίοι διατηρούν συγγενικές σχέσεις με δικαστή ενώπιον δικαστηρίου στο οποίο ο δικαστής μετέχει», εκδόθηκε το 1988 και τροποποιήθηκε κατά καιρούς -τον Μάρτη του 2018, το Ανώτατο προχώρησε σε τροποποίηση, ώστε να περιλάβει τη νομολογία του ΕΔΔΑ στην υπόθεση Nicholas. Η τροπολογία αφορούσε υποχρέωση του δικαστή να ενημερώσει τους διαδίκους (και όχι να αυτοεξαιρεθεί) σε περίπτωση που εμφανιζόταν ενώπιόν του δικηγόρος μέλος της οικογένειάς του. Σε περίπτωση που δεν προβαλλόταν ένσταση και ο ίδιος δεν θεωρούσε ότι συντρέχει λόγος εξαίρεσής του, ήταν ελεύθερος να προχωρήσει στην εκδίκαση. Πλέον, ο αποκλεισμός είναι απόλυτος. Τροποποίηση, όμως, έγινε και επί των περιπτώσεων όπου η Πρακτική δεν ισχύει, για να προστεθούν στις τυπικές εμφανίσεις και οι «περιπτώσεις υποθέσεων της Ολομέλειας του Ανωτάτου».
Μέτρα χωρίς αντίκρισμα
Λεπτομερή και εφαρμόσιμο Κώδικα Δεοντολογίας και όχι μια γενική δήλωση αρχών ζήτησε ξανά η Greco, ενώ την ανάγκη θέσπισης κανόνων δεοντολογίας και μάλιστα αυστηρών επεσήμανε και ο Γενικός Εισαγγελέας. «Ιδιαίτερα σε μια χώρα όπου παρουσιάστηκαν τα φαινόμενα που βιώσαμε τον τελευταίο καιρό, θα πρέπει να είμαστε πιο αποτελεσματικοί, όχι τόσο για να εξασφαλίσουμε ότι η Δικαιοσύνη λειτουργεί άμεμπτα, αλλά και για να φαίνεται ότι λειτουργεί άμεμπτα», δήλωσε στη «Σ» ο νομικός Μιχάλης Παπαπέτρου. Ανάλογη και η τοποθέτηση του δικηγόρου Ανδρέα Αγγελίδη, ο οποίος διαπιστώνει ότι «υπάρχουν κενά και δεν ρυθμίζονται εδώ και χρόνια».
Παραπέμποντας τόσο σε σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου όσο και στις ελλείψεις που καταγράφει η GRECO στις αξιολογήσεις της, ο κ. Αγγελίδης σημειώνει ότι «και τα πειθαρχικά, αλλά και τα θέματα διορισμών και προαγωγών πρέπει να αποφασίζονται δυνάμει κάποιων κανονισμών, οι οποίοι να επιτρέπουν την αμφισβήτηση».
Τα ερωτήματα που διατυπώθηκαν τόσο από τον νομικό κόσμο όσο και από την κοινή γνώμη, παραμένουν: Ποιος θα ελέγχει τους δικαστές; Θα υπάρχει επιτήρηση; Θα θεσπιστούν κανόνες που να ρυθμίζουν πειθαρχικές; Προς το παρόν, όπως προμήνυσε και η πρώτη ανακοίνωση που εξέδωσε το Ανώτατο, στα βασικά ζητήματα που ταλάνισαν την κοινή γνώμη, η κατάσταση παραμένει ως έχει: μόνος έλεγχος ο αυτοέλεγχος. Με τα λόγια του Αυστραλού δικαστή J. B. Thomas: «Ουδείς αμφιβάλλει ότι οι δικαστές οφείλουν να συμπεριφέρονται σύμφωνα με συγκεκριμένες σταθερές, τόσο εντός όσο και εκτός δικαστηρίου. Είναι όμως αυτό μια απαίτηση για εθελοντική συμμόρφωση σε προσωπικό επίπεδο ή αποτελεί προσδοκία για συγκεκριμένες σταθερές συμπεριφοράς, η οποία πρέπει να προσεγγιστεί ως καθορισμένος επαγγελματικός φορέας προς το ίδιο συμφέρον, αλλά και προς το συμφέρον της κοινωνίας;».
Το χρονικό της κρίσης
Αφετηρία της δικαστικής κρίσης δεν ήταν άλλη από τις γραπτές καταγγελίες Ν. Κληρίδη (11.01) προς τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο. Τίποτα δεν προμήνυε, τότε, το ντόμινο εξελίξεων που θα ακολουθούσε:
- 14 Ιανουαρίου: Το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει απαντητική ανακοίνωση διαβεβαιώνοντας ότι «διαθέτει τη βούληση αλλά και τους μηχανισμούς αυτοκάθαρσης και προστασίας των διαδίκων, και θα παραμείνει εγγυητής της λειτουργικής και προσωπικής ανεξαρτησίας των Δικαστών». Ακολούθησε ξεχωριστή ανακοίνωση του Μύρωνα Νικολάτου, στην οποία έκανε λόγο για προσπάθεια σπίλωσης του ονόματός του.
- 20 Ιανουαρίου: Σε δημοσκόπηση που δημοσιεύει η «Σ», 77% των ερωτηθέντων απαντούν ότι ο Πρόεδρος του Ανωτάτου οφείλει να παραιτηθεί.
- 22 Ιανουαρίου: Αποκαλύπτοντας ότι θυγατέρα του εργάζεται σε δικηγορικό γραφείο που εκπροσωπεί τον τέως μη εκτελεστικό Αντιπρόεδρο της Λαϊκής Τράπεζας και ότι η δεύτερή του θυγατέρα εργάζεται στη Νομική Υπηρεσία, ο Πρόεδρος του Ανωτάτου πριν από την έναρξη της διαδικασίας στο Εφετείο αυτοεξαιρείται από τη δίκη της Λαϊκής και των πρώην στελεχών της.
- 23 Ιανουαρίου: Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου συμμετέχει σε συνεδρίαση της Επιτροπής Ελέγχου και δηλώνει, μεταξύ άλλων, ότι είναι «άλλο ο έλεγχος και άλλο η ποδηγέτηση».
- 24 Ιανουαρίου: Πραγματοποιείται σύσκεψη στο Προεδρικό Μέγαρο, στην οποία συμμετέχουν ο ΠτΔ, η Ολομέλεια του Ανωτάτου και ο Υπουργός Δικαιοσύνης.
- 28 Ιανουαρίου: Το Ανώτατο αποφασίζει τροπολογία της Δικαστικής Πρακτικής και, παράλληλα, θεσπίζει τον Οδηγό Δικαστικής Συμπεριφοράς.
- 8 Φεβρουαρίου: Το Ανώτατο συναντήθηκε με εκπροσώπους της GRECO.
- 12 Φεβρουαρίου: Στο πλαίσιο εκδίκασης συνεχιζόμενης υπόθεσης ενώπιον Ανωτάτου, ο Μ. Νικολάτος ανακοινώνει νέα τροποποίηση της Δικαστικής Πρακτικής και ότι αυτή δεν θα έχει αναδρομική ισχύ.
- 15 Φεβρουαρίου: Δημοσιοποιείται η τροποποιημένη Δικαστική Πρακτική από το Ανώτατο με πρόνοια μη αναδρομικής ισχύος
GRECO: Κάντε το όπως η Σουηδία
Σε αποκλειστικές δηλώσεις στη «Σ», η GRECO παραπέμπει στο παράδειγμα των Σουηδών για τη διαμόρφωση ενός πλήρους και εφαρμόσιμου Κώδικα. Ο εκπρόσωπος Τύπου, Jaime Rodriguez Murphy, δήλωσε συγκεκριμένα τα εξής:
«Κατά τον πιο πρόσφατο γύρο αξιολόγησης, η GRECO ζήτησε τη διαμόρφωση ενός πλήρους και εφαρμόσιμου κώδικα δεοντολογίας για το δικαστικό σώμα. Αυτή η σύσταση δεν εφαρμόστηκε ακόμα από την Κυπριακή Δημοκρατία. Η θέσπιση ενός τέτοιου κώδικα πρέπει να γίνει στη βάση ευρείας ανάμειξης διαφόρων μελών του δικαστικού κόσμου, με σκοπό τη δημιουργία και την ανάπτυξη προτύπων κοινής αποδοχής. Δεν αρκεί μια διακήρυξη αρχών. Ο Κώδικας πρέπει να καλύπτει με λεπτομέρεια, αλλά και με παραδείγματα, πτυχές όπως τη σύγκρουση συμφερόντων, τη διαχείριση εμπιστευτικών πληροφοριών, συναφείς δραστηριότητες, συμβόλαια τρίτων μερών, δώρα και λοιπά. Η GRECO θα προβεί στην αξιολόγηση οποιουδήποτε εγγράφου τής δοθεί από τις κυπριακές Αρχές εντός του 2019.
»Ανάμεσα σε άλλα, ως θετικό θεωρεί η GRECO το παράδειγμα της Σουηδίας όπου, στην προσπάθεια ενδυνάμωσης της εμπιστοσύνης του κοινού στο δικαστικό σύστημα, οι δικαστές μπήκαν στη διαδικασία αξιολόγησης ζητημάτων ηθικής. Κατά το στάδιο της επεξεργασίας, το σύνολο των δικαστών κλήθηκαν να καταθέσουν τις απόψεις τους. Πέρα από τη συμπερίληψη σημαντικών αρχών και κανόνων αναφορικά με την ανεξαρτησία, την αμεροληψία και την ίση μεταχείριση, την ορθή συμπεριφορά, ικανότητα και αποτελεσματικότητα, το κείμενο περιλαμβάνει πέραν των 100 ερωτήσεων επί πραγματικών συνθηκών που δύνανται να προκύψουν. Ο Κώδικας των Σουηδών λειτουργεί ως ‘ζωντανό εργαλείο’ προς υποβοήθηση των δικαστών σε ενδεχόμενα διλήμματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν κατά τη διάρκεια της καριέρας τους. Πρόκειται, βέβαια, για ένα μόνο παράδειγμα».
(Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Σ”, 16 Φεβρουαρίου 2019)