Ρωσική… τιτανομαχία στα κυπριακά δικαστήρια
Νέα διορία για αποκάλυψη εγγράφων από τον τελούντα υπό κατ’ οίκον περιορισμό στο Νοβοσιμπίρσκ, αποφάσισε το Επαρχιακό
Επί δικονομικού ζητήματος αποφάσισε προσφάτως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, ενώπιον του οποίου βρίσκεται αγωγή που άσκησε, προ τετραετίας, ο Ρώσος ολιγάρχης A. F. Shchukin εναντίον του επίσης Ρώσου επιχειρηματία R. B. Rostovstev και των κυπριακών εταιρειών Abacus, Samdel και Price Nominees. Η υπόθεση, που αφορά εταιρικές και μετοχικές διαφορές ανάμεσα στους διαδίκους, βρίσκεται εκ νέου στο στάδιο αποκάλυψης εγγράφων, κατόπιν απόφανσης του Δικαστηρίου για παραμερισμό της ένορκης δήλωσης στην οποία προέβη εκ των δικηγόρων του A.F. Shchukin, εξουσιοδοτημένη από τον ίδιο.
Μετοχικές… ατασθαλίες
Αξιώνοντας αποζημιώσεις ύψους 113 εκατομμυρίων δολαρίων, ο ενάγοντας κατέθεσε στις 18 Δεκεμβρίου 2015 την εν λόγω αγωγή, αντικείμενο της οποίας είναι η κατ’ ισχυρισμό παράνομη μεταβίβαση μετοχών από τον Rostovstev, ζητώντας, παράλληλα, από το Δικαστήριο διακηρύξεις ότι ο ίδιος ήταν ο τελικός δικαιούχος του 50% του μετοχικού κεφαλαίου δύο ρωσικών και δύο κυπριακών εταιρειών.
Συγκεκριμένα, ο A.F.Shchukin ισχυρίζεται ότι ήταν ο τελικός δικαιούχος του 50% του μετοχικού κεφαλαίου της ρωσικής εταιρείας Shakhta Kyrgayskaya (SK), από την ημερομηνία που η εγγεγραμμένη στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους εταιρεία Merkura Marketing S.A κατέστη μέτοχος στην κυπριακή εταιρεία Monarflex Ltd. Επιπλέον, ισχυρίζεται ότι ήταν ο τελικός δικαιούχος των κυπριακών εταιρειών Boulart Ltd και Elftone Ltd ενόσω αυτές κατείχαν 25% έκαστη στο μετοχικό κεφάλαιο της SK και της θυγατρικής της Shakhtoupravlenie Taidinskoe – Kyrgayskoe (STK).
Ο ενάγων αξιώνει σχετικές διακηρύξεις του Δικαστηρίου, ως επίσης και διακήρυξη ότι ενόσω οι κυπριακές εταιρείες Merkura, Monarflex, Boulart, Elftone και Zankle Investments Ltd, αλλά και η εγγεγραμμένη στις Βρετανικές Παρθένες Νήσους Charet Limited είχαν οποιοδήποτε ιδιοκτησιακό και μετοχικό συμφέρον στις ρωσικές SK και STK «αυτές αποτελούσαν ή/και λειτουργούσαν ως οχήματα (vehicles)», δια μέσου των οποίων Shchunik και Rostovstev «κατείχαν ίσο ιδιοκτησιακό συμφέρον στην SK ή/και στην STK ή/και στα περιουσιακά στοιχεία αυτών». Αναφορικά δε με την κατοχή και διαχείριση των εταιρειών – οχημάτων, ο ενάγων ζητά μέσα από την καταχωρισθείσα αγωγή διακήρυξη ότι μεταξύ του ιδίου και του Rostovstev υπήρχε σχέση εμπιστοσύνης και δεσμευτικές στμφωνίες, βάσει των οποίων θα κατείχαν ίσο ιδιοκτησιακό συμφέρον στην SK και στη θυγατρική της, καθώς και στα περιουσιακά τους στοιχεία. Σε σχέση με τις τρεις εναγόμενες κυπριακές εταιρείες επιζητά διάταγμα ότι, ως εμπιστευματοδόχοι των Monarflex, Boulart και Elftone όφειλαν καθήκοντα πίστης (fiduciary duties) προς τον ίδιο, διασφαλίζοντας βάσει αυτών τα ιδιοκτησιακά συμφέροντά του στην SK και στην STK. Θέση του ενάγοντα είναι ότι ο Rostovstev παραβίασε τις μεταξύ τους δεσμευτικές συμφωνίες, προκαλώντας δολίως τη μεταβίβαση των μετοχών της SK και της STK σε εταιρείες που ελέγχονται αποκλειστικά από τον ίδιο.
Σε τροχιά εκδίκασης
Μετά την συμπλήρωση των δικογράφων, εκδόθηκαν εκ συμφώνου διατάγματα εναντίον όλων των διαδίκων για ένορκες αποκαλύψεις εγγράφων. Σύμφωνα με όσα καταγράφει στην ενδιάμεση απόφασή του ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Ι. Ιωαννίδης, στις 16.3.18 «το Δικαστήριο εξέδωσε εκ συμφώνου διατάγματα εναντίον όλων των διαδίκων στη βάση των οποίων οι τελευταίοι όφειλαν να είχαν προβεί σε ένορκες αποκαλύψεις εγγράφων εντός 60 ημερών». Εκ συμφώνου δόθηκε παράταση και, τελικά, η ένορκη δήλωση του A.F. Shchukin «καταχωρίστηκε στις 15.6.18 και υπογράφεται όχι από τον ίδιον αλλά από την δικηγόρο κα Γιούλη Οικονόμου». Στην ένορκη δήλωσή της, η κ. Οικονόμου που εργάζεται στο δικηγορικό γραφείο Σκορδής, Παπαπέτρου & Σία ΔΕΠΕ, που εκπροσωπεί τον Shchukin, αναφέρει ότι είναι δεόντως εξουσιοδοτημένη από τον Ενάγοντα και ότι βασίστηκε στην πληροφόρηση που είχε τόσο από τον ενάγοντα όσο και από τους δικηγόρους του, περιλαμβανομένων των εξωτερικών δικηγόρων του στη Μόσχα. Ως προς τους λόγους που προέβη η ίδια στην ένορκη δήλωση και στην παράθεση του καταλόγου των εγγράφων που αφορούν τα επίδικα θέματα, αναφέρει ότι «ο Ενάγοντας διαμένει στη Ρωσία και αδυνατεί τη δεδομένη στιγμή να μεταβεί στην Κύπρο για να ορκιστεί ο ίδιος σχετική ένορκη δήλωση».
Σύμφωνα πάντα με όσα προκύπτουν από την απόφαση, ανάλογη οδό επέλεξε και η άλλη πλευρά, εφόσον η ένορκη δήλωση εκ μέρους του Rostovstev έγινε από τον δικηγόρο κ. Μ. Φιλίππου. Τους εναγόμενους εκπροσωπεί το δικηγορικό γραφείο Χατζηαναστασίου, Ιωαννίδης ΔΕΠΕ.
Αίτηση παραμερισμού
Αμέσως μετά την αποκάλυψη, επικαλούμενες τους Θεσμού Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών (Διαταγή 28, Θ.1, 2 και 12, Δ. 48 Θ.1, 2 και 3), οι τρεις εναγόμενες εταιρείες καταχώρισαν αίτηση παραμερισμού της ένορκης δήλωσης, επιζητώντας παράλληλα διάταγμα απόρριψη της αγωγής «λόγω μή συμμορφωσης του Ενάγοντα με το διάταγμα του Δικαστηρίου» για αποκάλυψη εγγράφων. Στην ένσταση που κατατέθηκε μία μόλις μέρα αργότερα, σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι ο Ενάγοντας τελεί από τον Νοέμβριο του 2016 υπό κατ’ οίκον περιορισμό σε διαμέρισμα στην περιοχή Novosibirsk στη Ρωσία βάσει σχετικού διατάγματος Ρωσικού Δικαστηρίου, το οποίο του απαγορεύει να φεύγει από τη συγκεκριμένη επαρχία και ότι, κατά συνέπεια, ήταν πρακτικά αδύνατον να ορκιστεί ο ίδιος. Στο πλαίσιο της ακροαματικής διαδικασίας, υποδεικνύει το Δικαστήριο, έγινε παραδεκτό ότι οι εταιρείες γνώριζαν ότι ο Shchunik βρισκόταν υπό κατ’ οίκον περιορισμό δυνάμει δικαστικού διατάγματος. Ως προς τη νομική βάση της αίτησης, το Δικαστήριο παρέπεμψε σε κυπριακή νομολογία και σχετικές αποφάσεις(των δικαστών Μ. Φωτίου, Γ. Γιασεμή και Χ. Μαλαχτού, για να σημειώσει ως ουσιώδες στην προκειμένη περίπτωση «ότι τα διατάγματα αποκάλυψης είχαν εκδοθεί εναντίον των διαδίκων, και μάλιστα χωρίς ένσταση, και ότι ο Ενάγων δεν προέβη ο ίδιος σε ένορκη αποκάλυψη εγγράφων». Προστίθεται δε ότι, από την αναφορά της κ. Οικονόμου στους λόγους, προκύπτει και παραδοχή του «ότι αυτός είχε την υποχρέωση στη βάση του εκδοθέντος εναντίον του διατάγματος να καταχωρίσει τη σχετική ένορκη δήλωση» και ότι ουδέποτε «κατά τον χρόνο έκδοσης του διατάγματος ο Ενάγων ισχυρίστηκε ότι εναντίον του υπήρχε διάταγμα για κατ’ οίκον περιορισμό και ότι συνεπεία αυτού δεν μπορούσε να προβεί ο ίδιος σε ένορκη δήλωση». Τα συγκεκριμένα γεγονότα, κατά την απόφαση, «έπρεπε να είχαν αποκαλυφθεί και γνωστοποιηθεί στην άλλη πλευρά για να της δοθεί η δυνατότητα να τοποθετηθεί, πριν το Δικαστήριο αποφασίσει». Καταληκτικά, στην αιτιολόγησή του το Δικαστήριο παραπέμπει και σε αναφορά του κ. Ιωαννίδη, δικηγόρου των εναγομένων, ο οποίος σημείωσε επιχειρηματολογώντας υπέρ του παραμερισμού ότι «δεν φαίνεται να έχει ληφθεί οποιοδήποτε διάβημα από τον Ενάγοντα, ως ελάχιστη προσπάθεια συμμόρφωσης με τις υποχρεώσεις του, με το να αιτηθεί από τις αρχές της Ρωσίας άδεια να του επιτραπεί να ορκιστεί ενώπιον του Κυπριακού προξενείου στη Ρωσία και να συμμορφωθεί με το Διάταγμα Αποκάλυψης με οποιοδήποτε άλλο τρόπο».
Ως εκ τούτων, το Δικαστήριο αποφάσισε τον παραμερισμό της ένορκης δήλωσης της κ. Οικονόμου, δίδοντας οδηγίες όπως ο Ενάγων συμμορφωθεί με το εκδοθέν διάταγμα αποκάλυψης εντός 60 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης. Τέλος, κρίνοντας ότι δεν αποδείχθηκε ότι ο A.F.Shchunik «κακόπιστα ή για αλλότριους σκοπούς παρέλειψε να προβεί ο ίδιος σε ένορκη δήλωση αποκάλυψης εγγράφων» δεν προχώρησε σε απόρριψη της αγωγής, εφόσον πρόκειται για δραστική θεραπεία που ασκείται εκεί όπου ο ενάγων επιδεικνύει κακοπιστία ή άλλη επιλήψιμη συμπεριφορά ή επιδιώκει να αποφύγει δίκαιη και ειλικρινή αποκάλυψη.