Επαρχιακό Λευκωσίας: Ουδέν μεμπτόν για Αθανάσιο
Στα πλαίσια των ενεργειών της για να αποτρέψει την πορεία που ακολούθησε ο υιός, συναντήθηκε με τον Γέροντα, επικοινώνησε ή συναντήθηκε με άλλους αρχιερείς, ακόμη και με τον Αρχιεπίσκοπο, κυβερνητικούς αξιωματούχους, δημοσιογράφους, ψυχολόγο, ψυχίατρο και οποιουσδήποτε άλλους αρμόδιους φορείς για τους οποίους ένιωθε ότι θα μπορούσαν να συμβάλουν προς το στόχο της.
Κρατούσε, όπως η ίδια ανέφερε, Ημερολόγιο στο οποίο κατέγραφε τα όσα διαδραματίζονταν.
Έγιναν αναφορές σε συναντήσεις με τον ψυχίατρο. Η μάρτυρας κατέθεσε για το τι της ανέφερε ο ψυχίατρος. Η πλευρά των Εναγομένων κάλεσε το Δικαστήριο να μην προσδώσει οποιαδήποτε βαρύτητα σε όσα κατατέθησαν ως λεχθέντα από τον εν λόγω ψυχίατρο. Εφαρμόζοντας τα κριτήρια του Άρθρου 27, του Περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ.9, θα υιοθετήσω αυτή τη θέση των Εναγομένων. Ο Δρ. Ψυχίατρος, συναντήθηκε με τους ενδιαφερομένους υπό την επαγγελματική του ιδιότητα, ως ψυχίατρος. Δεν έχει κατατεθεί στο Δικαστήριο οποιοδήποτε σχετικό πιστοποιητικό που εξέδωσε ο ίδιος. Τα όσα κατατέθηκαν στο Δικαστήριο ότι τα είπε ο ίδιος, ήταν όσα άκουσαν οι παρόντες κατά τις συναντήσεις τους. Δεν θεωρώ ορθό το Δικαστήριο να προσδώσει βαρύτητα σε εξ ακοής μαρτυρία για τόσο εξειδικευμένα θέματα χωρίς να έχει υπάρξει αντεξέταση του προσώπου που, κατ’ ισχυρισμόν, τα είχε πει. Βαρύτητα σε όσα ο Ψυχίατρος ανέφερε υπό την ιδιότητα του ως ψυχιάτρου, θα ενείχε τον κίνδυνο λανθασμένης ερμηνείας τους. Επομένως, όσες αναφορές έγιναν σε λεχθέντα του Ψυχιάτρου, δεν θα ληφθούν υπ’ όψιν.
Πολύς λόγος έγινε για το Τεκμήριο 2 που, όπως ισχυρίζεται η ΜΕ1 είναι αποσπάσματα που κατέγραψε χειρόγραφα η ίδια από ομιλίες του Γέροντα τις οποίες έκαμε σε συνάξεις μοναχών και που είναι καταγραμμένες σε ψηφιακούς δίσκους (cd). Για να υποδειχθεί μάλιστα το μέγεθος της προσπάθειας που κατέβαλε, επισημαίνω ότι το Τεκμήριο 2 αποτελείται από 393 χειρόγραφες σελίδες της μάρτυρος τις οποίες κατέγραφε ενώ άκουγε τις ομιλίες, και αριστερά στο περιθώριο,αναγράφεται ο ακριβής χρόνος των λεχθέντων σε σχέση με την έναρξη της ομιλίας.
Εγέρθηκαν διάφορα θέματα για το εν λόγω τεκμήριο, όπως για παράδειγμα για την αποδεκτότητα του, το οποίο, τελικά έγινε αποδεκτό με Ενδιάμεση Απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 6/10/2016. Μάλιστα, το περιεχόμενο του Τεκμηρίου 2 αποτέλεσε την εμπροσθοφυλακή του κ. Κληρίδη κατά την αντεξέταση που έκαμε στον υιό. Ο λόγος, όπως θα διαφανεί πιο κάτω, είναι προφανής. Εμπεριέχονται απόψεις οι οποίες, κατά τους Ενάγοντες, δεικνύουν πλύση εγκεφάλου σε όσους ακούουν τις ομιλίες αυτές, ακυρώνοντας κάθε στοιχείο ελεύθερης βούλησης και επιβάλλοντας πλήρη και τυφλή υποταγή.
Η κα Ρ. στην τελική της αγόρευση, έθεσε θέμα ότι το περιεχόμενο των ομιλιών, αποσπάσματα των οποίων καταγράφονται στο Τεκμήριο 2, αποτελεί προϊόν παρανόμως ληφθείσας μαρτυρίας και θα πρέπει να αγνοηθεί. Θα διαφωνήσω με τη θέση γιατί δεν έχει διαφανεί ότι υπήρξε κάτι το παράνομο στον τρόπο που οι ψηφιακοί δίσκοι περιήλθαν στην κατοχή της μάρτυρος. Κατά συνέπεια, ούτε η μεταφορά τους σε χειρόγραφες σημειώσεις είναι παράνομη.
Υπήρξε ισχυρισμός ότι, επειδή το Τεκμήριο 2, είναι αποσπάσματα από τις ομιλίες και δεν αποτυπώνεται ολόκληρο το κείμενο, μεταβάλλεται το νόημα των λεχθέντων. Αυτό το προέβαλε ο υιός κατά την κατάθεσή του στο Δικαστήριο. Η ΜΕ1, έδωσε θεωρώ, ικανοποιητικές εξηγήσεις επί αυτού του θέματος. Δέχεται ότι είναι αποσπάσματα από τις ομιλίες γι’ αυτό εξάλλου καταγράφει δίπλα τον ακριβή χρόνο. Επισημαίνει ότι, σε κάποια σημεία η ομιλία διακόπτετο και παρεμβάλλονταν ψαλμωδίες τις οποίες η μάρτυρας δεν μπορούσε να μεταφέρει σε γραπτό κείμενο. Όμως αποδέχομαι ότι, τα όσα η μάρτυρας καταγράφει στο Τεκμήριο 2, τα είχε όντως αναφέρει ο Γέροντας σε ομιλίες του. Το κατά πόσο αλλοιώνεται το νόημα από το γεγονός ότι είναι μόνο αποσπάσματα, θα αναλυθεί κατά την αξιολόγηση της μαρτυρία του υιού.
Έχει διαφανεί ότι το τόσο επίπονο έργο της ΜΕ1 να καταγράψει 393 χειρόγραφες σελίδες, έγινε στην προσπάθειά της να αντιληφθεί τι ακριβώς είχε συμβεί στον υιό γι’ αυτό άρχισε μία βαθύτερη μελέτη για το μοναχισμό. Εννοείται φυσικά ότι, η όλη προσπάθειά της αυτή, είχε ως απώτερο σκοπό και στόχο στο να ανατρέψει την πορεία που ακολουθούσε ο υιός.
Στο χρονικό διάστημα που διέρρευσε από την αλλαγή στάσης του υιού, μέχρι την είσοδό του στην Ιερά Μονή Μαχαιρά, αλλά ακόμη μέχρι και σήμερα, η ΜΕ1, προβαίνοντας σε όλες τις πιο πάνω ενέργειες, σχημάτισε έντονες απόψεις τις οποίες κατέθεσε στο Δικαστήριο με την ευφράδεια λόγου και την εκφραστικότητα που τη διακρίνει. Κάποτε το έκανε υπό συναισθηματική φόρτιση, συγκινημένη, δακρύζοντας, κάποτε όμως με την οργή ζωγραφισμένη στο πρόσωπό της. Στο Δικαστήριο δεν προσήλθε για να καταθέσει αναλήθειες, αλλά θεωρώ ότι οι απόψεις της σε αρκετές περιπτώσεις είναι υπερβολικές και δεν υποστηρίζονται από την προσκομισθείσα μαρτυρία. Επίσης, όπως αναφέρεται πιο πάνω, η γνώμη της, έστω και καλόπιστη, δεν μπορεί να ληφθεί υπ’ όψιν.
Αρχίζοντας από τα αποσπάσματα των ομιλιών του Γέροντα, Τεκμήριο 2, δεν υπάρχει μαρτυρία ότι αυτά, ήταν υπ’ όψιν του υιού, τα είχε ακούσει, πόσω δε μάλλον ότι είχε επηρεασθεί σε οποιονδήποτε βαθμό απ’ αυτά.
Αστήρικτη παρέμεινε και η θέση της για το βαθμό που ο Γέροντας επηρέασε καθ’ οιονδήποτε τρόπο τον υιό. Εξάλλου, όπως παραδέχτηκε, η ίδια δεν γνωρίζει πόσες φορές συναντήθηκαν ο υιός με το Γέροντα μόνοι τους ή στην παρουσία και άλλων. Η δε μάρτυρας συνάντησε το Γέροντα 2 συνολικά φορές, η μεν πρώτη ήταν τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο, 2002, στην παρουσία του υιού, η δε δεύτερη τον Οκτώβρη, 2007, στην παρουσία του συζύγου της (ΜΕ4). Ούτε για τη μέθοδο που, κατ’ ισχυρισμόν, χρησιμοποιεί ο Γέροντας για στρατολόγηση μοναχών, ήτοι να αποστέλλει πρώτα συνεργάτες, στρατολόγους, για να εντοπίζουν «στόχους» δεν παρουσίασε μαρτυρία, πλην της γνώμης της.
Όταν υποδεικνύοντο στη μάρτυρα γεγονότα στα οποία η ίδια δεν είχε κάνει αναφορά κατά την κύρια εξέτασή της, δεν δίσταζε να παραδεχθεί τα πραγματικά γεγονότα. Παράδειγμα είναι η μέρα των γενεθλίων του υιού, στη Μονή, όπου η ίδια με αρκετούς συγγενείς μετέβησαν εκεί και τα γιόρτασαν μαζί του, με τούρτα και δώρα. Όσον αφορά στη θέση της για «ανύπαρκτη» τηλεφωνική επικοινωνία με τον υιό στη Μονή, ενώ ο όρος «ανύπαρκτη» είναι υπερβολικός, δέχομαι ότι υπήρχε ένα πλαίσια και διαδικασία, κάπως αυστηρά για να επικοινωνήσει κάποιος τηλεφωνικά με τους μοναχούς εκεί, κάτι που, εξάλλου, είναι παραδεκτό.
Από τη μαρτυρία της ίδια της μάρτυρος, φαίνεται ότι κάποιες από τις θέσεις και απόψεις που είχε εκφράσει ήταν υπερβολικές και αναιρούνται από γεγονότα που η ίδια κατέθεσε στο Δικαστήριο. Αυτό καταδεικνύει μεν την ειλικρίνειά της αλλά, από την άλλη, αναιρεί τις θέσεις που προέβαλε. Αναφέρονται κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα.
(α) Ενώ η ίδια η μάρτυρας ισχυρίζεται ότι ο Γέροντας από τον καιρό που μπήκε στη ζωή του υιού στις αρχές του 2001 άρχισε να διαβρώνει τη σκέψη του, παραδέχεται ότι στις αρχές 2007, δηλαδή 6 χρόνια αργότερα και λίγους μήνες πριν εισέλθει στη Μονή Μαχαιρά τον Ιούλιο, 2007, ο Υιός συζητούσε με τον πατέρα του τις προοπτικές του για την επαγγελματική του σταδιοδρομία. Διαφαίνεται, δηλαδή, ότι ακόμη ασκούσε ελεύθερη βούληση ο υιός.
(β) Ενώ ο υιός ήταν στη Μονή Μαχαιρά και σύμφωνα με τη μάρτυρα, η σκέψη του ήταν πλέον πλήρως ελεγχόμενη, αναφέροντάς της ότι εκεί δεν έχουν αξία τα διπλώματα, συνέχισε και συμπλήρωσε το διδακτορικό του το καλοκαίρι, 2010.
(γ) Κατά το διάστημα 2010 και 2011, ο υιός συνέταξε κείμενα, μετά από έρευνα, τα οποία δημοσιεύτηκαν σε Αμερικανικά περιοδικά παγκοσμίου φήμης. Τα δημοσιεύματα ήταν για οικονομικά θέματα, σχετικά με τα πτυχία του και δεν είχαν να κάμουν με το μοναχισμό.
Μπορούν να αναφερθούν και άλλα παραδείγματα αφού η μαρτυρία που δόθηκε είναι ογκώδης. Αρκούμαι στο να αναφέρω ότι, οι ισχυρισμοί της μάρτυρος ότι η πορεία του υιού προς το μοναχισμό τον κατάντησε δυστυχισμένο, γερασμένο, φοβισμένο, ράκος και έρμαιο του Γέροντα, είναι απλώς απόψεις της διακατεχόμενες από υπερβολή. Είναι η υποκειμενική της άποψη για την οποία, με την πάροδο του χρόνου, έπεισε τον εαυτό της ότι είναι ορθή, παραγνωρίζοντας γεγονότα που δεν αποδεικνύουν κάτι τέτοιο. Η δε μάρτυρας έπεισε τον εαυτό της ότι πρέπει να απελευθερώσει τον υιό από αυτή την κατάσταση από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει ο ίδιος αφού δεν έχει ελεύθερη βούληση. Και αυτό, γιατί ο υιός ακολούθησε πορεία την οποία η μάρτυρας θεωρεί λανθασμένη. Χαρακτηριστικό είναι, όπως η ίδια ομολόγησε, η αναστάτωση που ένιωσε την Κυριακή των Βαϊων, 2009, όταν είδε τον υιό με ράσο, που έκτοτε δεν μπορεί να εισέλθει σε εκκλησία. Μάλιστα, ήταν πολύ αναστατωμένη αναφέροντας το περιστατικό αυτό στο Δικαστήριο. Ούτε μπόρεσε ποτέ να αποδεχθεί ότι, ο τόσο ευφυής και προικισμένος υιός είχε, μεταξύ άλλων καθηκόντων στη Μονή, να κατασκευάζει «γλυκό του αθασιού»!
Εν κατακλείδι, ενώ η ΜΕ1 είναι αξιόπιστη στα γεγονότα που κατέθεσε, οι απόψεις και συμπεράσματα της εκτός από υπερβολικά, δεν υποστηρίζονται ούτε από μαρτυρία, γι΄αυτό και απορρίπτονται.
Ο ΜΕ2, Α. Ν. πατέρας μοναχού στο Βατοπαίδι κρίνεται ως αξιόπιστος. Αντέδρασε και αυτός στην πορεία που ακολούθησε ο υιός του γι’ αυτό και ίδρυσε τον Παγκύπριο Σύνδεσμο Συγγενών και Φίλων Μοναχών του οποίου είναι Πρόεδρος, προσπαθώντας με τα άλλα μέλη να αναπτύξουν συλλογική δράση. Καταχώρισε και ο ίδιος παρόμοια αγωγή με τους Ενάγοντες ενώ αντεξετάστηκε ως προς τον ακριβή αριθμό των μελών του Συνδέσμου. Παραδέχθηκε ότι δεν αριθμεί πολλά μέλη, ενώ αντίστοιχος Σύνδεσμος που στηρίζει την επιλογή των παιδιών/συγγενών τους αριθμεί πολλά περισσότερα μέλη και αφορά σε μοναχούς που εγκαταβιούν σε πάρα πολλές μονές.
Η μαρτυρία της ΜΕ3, Ε. Ν. μητέρας επίσης μοναχού στη Μονή Μαχαιρά, περιορίστηκε σε ένα περιστατικό το οποίο είχε συμβεί όταν μαζί με την Ενάγουσα 2, είχαν επισκεφτεί τη Μονή. Το επεισόδιο είναι παραδεκτό και γι’ αυτό αντιμετώπισε ποινική υπόθεση και καταδίκη.
Ο ΜΕ4, Φ. Θ. πατέρας του υιού και Ενάγων 1, κρίνεται ως αξιόπιστος όσον αφορά στα γεγονότα που κατέθεσε. Βασικά, επειδή και αυτός σε αρκετά θέματα εξέφρασε τη γνώμη του, θα αρκεστώ στο να επαναλάβω όσα αναφέρθηκαν κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας της συζύγου του, ΜΕ1. Και αυτή η μαρτυρία διακατείχετο από υπερβολές, μάλιστα σε κάποιες περιπτώσεις εκφράστηκε με προσβλητικά λόγια για τον Γέροντα, αποκαλώντας τον απατεώνα με ράσο. Αυτή η άποψη είναι εντελώς υποκειμενική και δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας που να τη στηρίζει.
Ιδιαίτερα καλή εντύπωση μου προκάλεσε ο πρώην μοναχός στη Μονή Μαχαιρά, ΜΕ5, Σ. Ι. Όσον αφορά στις αυστηρές συνθήκες διαβίωσης στη Μονή, τις περιέγραψε με μειλίχιο και σαφή τρόπο και η εκδοχή του γίνεται αποδεκτή. Πέρασε και αυτός, όπως οι περισσότεροι, το στάδιο του προβληματισμού πριν να εισέλθει στη Μονή, αλλά και πριν να εξέλθει αυτής. Είναι ακόμη και τώρα θρησκευόμενος και είναι ψάλτης.
Όσον αφορά στα λεγόμενα «φόβητρα» αποδέχομαι την εκδοχή του, παρόλον ότι αμφισβητήθηκε έντονα, ότι αιωρούνται κάποιες απόψεις όπως αυτές που καταγράφονται πιο πάνω. Όμως η μαρτυρία του δεν συγκεκριμενοποιεί τον τρόπο που επιβάλλονται, εάν επιβάλλονται αυτές. Το πώς ερμηνεύει ο καθένας αυτές τις ιδέες και τι βαρύτητα τούς προσδίδει και πώς τον επηρεάζουν, είναι θέμα που αντιμετωπίζει ο καθένας ατομικά και δεν μπορεί να λεχθεί ότι ισχύουν γενικά και ειδικότερα για την περίπτωση του υιού.