Επαρχιακό Λευκωσίας: Ουδέν μεμπτόν για Αθανάσιο
Ο μάρτυρας υπηρέτησε με τον υιό στην Κρήτη στη σχολή Εκπαίδευσης Αξιωματικών Πεζικού (Σ.Ε.Α.Π), αλλά έκτοτε, παρά την πάροδο 25 ετών, τον είδε μόνο 3 φορές, κατά την περίοδο 1997-2004. Ουδέποτε ο ίδιος επισκέφθηκε τον υιό, στη Μονή Μαχαιρά παρά τις προσκλήσεις του και την παράκληση των φίλων ή της οικογένειάς του να το πράξει.
Η πρώτη φορά που συνάντησε τον υιό, μετά τη στρατιωτική τους θητεία, ήταν τυχαία μία μέρα ενώ σχόλανε από τη δουλειά του, έξω από τα γραφεία της εταιρείας, όπου και έμαθε ότι εργαζόταν εκεί ως «απλός λογιστής». Ο υιός ένιωθε αμηχανία και του έδωσε την εντύπωση ότι δεν ήταν ικανοποιημένος με τη δουλειά του.
Το 2002, 4 χρόνια αργότερα, όταν ο μάρτυρας πρόκειτο να νυμφευθεί, ο υιός τον επισκέφτηκε και αυτό που προκάλεσε εντύπωση είναι ότι του είχε πάρει για το γάμο μία κασέτα του Γέροντα.
Η επόμενη φορά που τον συνάντησε ήταν και πάλι το 2004 σε γάμο κοινού τους φίλου και διαπίστωσε ότι είχαν αρχίσει να γίνονται πιο εμφανή τα στοιχεία της αλλαγής στη συμπεριφορά του υιού. Αυτό που έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν το περιεχόμενο του λόγου του. Ως να ήταν άλλος άνθρωπος από τον παιδικό του φίλο.
Ο ΜΕ8, Μ. Π. είναι Κλινικός Ψυχολόγος. Κατ’ εντολή των Εναγόντων, ετοίμασε Ψυχολογική μελέτη ημερομηνία 11 Δεκεμβρίου 2017 αποτελούμενη από 40 σελίδες, την οποία κατέθεσε ως Τεκμήριο 7 και η οποία αποτέλεσε την κύρια εξέτασή του.
Η εν λόγω Μελέτη Τεκμήριο7, αρχικά εμπεριέχει γενικές τοποθετήσεις και πληροφορίες για αιρέσεις και καταστροφικές λατρείες, τις μεθόδους μύησης σ΄αυτές, καθώς και την ευαλωτότητα στη χειραγώγηση και στον επηρεασμό.
Ακολούθως, εμπεριέχει το ιστορικό της αγωγής όπως το έλαβε από έγγραφα που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο και τις καταθέσεις των μαρτύρων αλλά και από τους Ενάγοντες, όπως οι ίδιοι περιγράφουν τον υιό. Διασαφηνίζεται δε, ότι ο ίδιος ουδέποτε είχε την ευκαιρία να δει προσωπικά και να αξιολογήσει τον υιό. Η αξιολόγηση της ψυχικής του λειτουργίας έγινε μέσα από τις πληροφορίες που παρέθεσε η οικογένειά του, καθώς και μέσα από τη δική του κλινική εμπειρία.
Στην τελευταία ενότητα της Μελέτης Τεκμήριο7, που τιτλοφορείται «Η Άποψη μου», αναφέρει ότι, τίθεται το ερώτημα αν η απόφαση του υιού να ακολουθήσει το μοναχισμό ήταν προϊόν ελεύθερης συνειδητής βούλησης ή αποτέλεσμα διανοητικής χειραγώγησης και πειθαναγκασμού. Επίσης, τίθεται το ερώτημα αν ένας ενήλικας είναι σε θέση να επιλέξει ελεύθερα ή αν η βούληση του μπορεί να χειραγωγηθεί, χωρίς ο ίδιος να το έχει συνειδητοποιήσει.
Ο μάρτυρας θεωρεί ότι, η ανθρώπινη βούληση σχετικά εύκολα μπορεί να επηρεαστεί και δεν αποτελούν προστατευτικούς παράγοντες η ηλικία, το νοητικό επίπεδο ή η μόρφωση.
Ενδέχεται η απόφαση του υιού να ακολουθήσει το μοναχισμό να ήταν ο καρπός μίας σύνθετης ενδοψυχικής λειτουργίας μεταξύ του ευάλωτου ψυχισμού και της ψυχικής πίεσης που ενδεχόμενα να έχει υποστεί. Καταλήγει δε, μεταξύ άλλων, ότι δεν πιστεύει ότι η κατάθεση του υιού θα προσέφερε εποικοδομητικά στη δικαστική διαδικασία.
Ο ΜΕ9, Χρ. Δ. θεωρεί τον εαυτό του ως ένα από τους πολύ καλούς φίλους του υιού αφού είναι μαζί από τα παιδικά τους χρόνια. Τα σπίτια τους ήταν κοντά το ένα στο άλλο και αυτό βοήθησε στο να αναπτυχθεί μεταξύ τους μια πολύ καλή φιλία. Τόση ήταν η φιλία τους, που μαζί με ένα ακόμη παιδικό τους φίλο, αυτοαποκαλούνταν ως «οι 3 Σωματοφύλακες».
Περιέγραψε την παιδική και εφηβική ζωή του υιού με τον ίδιο τρόπο που την είχε περιγράφει και ο ΜΕ7, Στ. Π. Αφού αναφέρθηκε στην περίοδο της στρατιωτικής τους θητείας, κατέθεσε ότι, στο διάστημα των σπουδών τους, επειδή σπούδαζαν σε διαφορετικές χώρες, χάθηκε η συχνή επαφή που είχαν παλαιότερα. Όμως, όταν βρίσκονταν στην Κύπρο για διακοπές, δεν έχαναν την ευκαιρία να συναντούν ο ένας τον άλλο. Αυτό διήρκησε μέχρι τα έτη 2000-2001 περίπου, όπου, στις τότε επισκέψεις του μάρτυρα στην Κύπρο, διαπίστωσε μία σταδιακή αλλαγή στην όλη συμπεριφορά του υιού. Το γεγονός αυτό τον ξένισε και το συζήτησε μαζί του, έντονα, όταν, κατά την επίσκεψή του στην Κύπρο την περίοδο 2001-2002, συναντήθηκαν και ο υιός επιχείρησε να του δώσει κασέτες με ομιλίες του Γέροντα.
Τέλος, αναφέρθηκε σε διάφορες περιπτώσεις που είχε, έκτοτε, δει τον υιό και στην αλλαγή τόσο στη συμπεριφορά του, όσο και στην εξωτερική του εμφάνιση.
Ο ΜΕ10, Α. Κ. είναι ένα έτος μεγαλύτερος του υιού και τον γνωρίζει από την ηλικία των 16-17 και ήταν καλοί φίλοι. Κατατάγηκαν μαζί στην Εθνική Φρουρά και πήγαν την ίδια περίοδο στην Αγγλία για σπουδές, και καθόλη την περίοδο των σπουδών τους είχαν στενή σχέση και επαφή. Σήμερα είναι υπεύθυνος διαχείρισης ενός χαρτοφυλακίου για ένα οργανισμό επενδύσεων.
Η επιστροφή του μάρτυρα στην Κύπρο το Σεπτέμβριο 2001, συνέπεσε με την περίοδο που ο υιός είχε αρχίσει το μεταπτυχιακό του στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και ταυτόχρονα εργαζόταν γι’ αυτό και άρχισαν και πάλι να βρίσκονται κοινωνικά χωρίς να έχει δώσει κάποιο σημάδι για τη μετέπειτα αλλαγή του. Ο μάρτυρας θεωρεί ότι, τα βήματα του υιού προς τη πνευματική ζωή τα οδήγησε ο στενός και κοινός τους φίλος Α. Λ. ο οποίος, μετά από τις σπουδές του στην Αγγλία, είχε ξεκινήσει έντονη πνευματική ζωή με πνευματικό τον Γέροντα. Η αλλαγή του υιού ήταν σταδιακή και προοδευτική. Μάλιστα έδιδε στο μάρτυρα κάποια cds του Γέροντα τα οποία αυτός άκουγε και μετά τα συζητούσαν με τον υιό.
Από το 2007 δεν συνάντησε ξανά τον υιό, παρά μόνο το φθινόπωρο, 2016 σε κηδεία κάποιου φίλου τους, όπου απλώς χαιρέτησαν ο ένας τον άλλο.
Μαρτυρία Εναγομένων
Η πλευρά των Εναγομένων, παρουσίασε στο Δικαστήριο συνολικά 4 Μάρτυρες Υπεράσπισης. Ως ΜΥ1, κατέθεσε ο υιός και παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο από την πλευρά του Εναγομένου 1. Η πλευρά των Εναγομένων 2 και 3, παρουσίασε στο Δικαστήριο τους ΜΥ 2 – 4. Οι υπόλοιποι Εναγόμενοι 4 και 5, δεν παρουσίασαν μαρτυρία.
Ο ΜΥ1, κατέθεσε ότι ονομάζεται Ι. κατά κόσμον Γ. Θ. από τη Λευκωσία και είναι μοναχός στην Ιερά Μονή Μαχαιρά. Όπως αναφέρεται πιο πάνω, ο μάρτυρας κατέθεσε στο Δικαστήριο έγγραφο 57 σελίδων (Έγγραφο Θ), το οποίο αποτέλεσε μέρος της κύριας εξέτασής του, ενώ η αντεξέτασή του διήρκησε 8 δικασίμους. Πιο κάτω θα καταγραφούν τα σημεία τα οποία αμφισβητούνται και τα οποία το Δικαστήριο θεωρεί ως τα πλέον σημαντικά. Εξάλλου, οι σημαντικοί σταθμοί στη ζωή του μέχρι και το Σεπτέμβριο, 2002, καταγράφονται πιο πάνω στην ενότητα «Μη Αμφισβητούμενα Γεγονότα».
Παρά το γεγονός ότι, πλησιάζοντας προς την αποφοίτησή του τον Ιούνιο, 2002, ο μάρτυρας ένιωθε ότι, όλα πλέον στη ζωή του έβαιναν καλώς, εξακολουθούσε, όπως πάντα, να έχει έντονες αναζητήσεις. Μέσα στα πλαίσια αυτά είχε αρχίσει από προηγουμένως να μελετά φιλοσοφικά βιβλία καθώς και βιβλία που αφορούσαν στη θρησκεία και την παράδοση. Παρόλες όμως τις φιλοσοφικές και υπαρξιακές αναζητήσεις, ένιωσε ότι, όφειλε πρώτα να μελετήσει σε βάθος αυτό που του «ανήκε»: τη διδασκαλία και την πρακτική ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Από δε τα τέλη Νοεμβρίου – αρχές Δεκεμβρίου, 2001 είχε αρχίσει να μελετά το Ευαγγέλιο, εκ νέου.
Καθοριστικό σημείο εκείνη την περίοδο, ήταν η συνάντησή του, μετά από 6 χρόνια, το Δεκέμβριο, 2001, με το φίλο του Α. Λ. τον οποίο είχε γνωρίσει μέσω του Α. Κ. (ΜΕ10), όταν υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία. Ο Α. είχε περάσει μια δύσκολη και ταραγμένη μετα-εφηβεία, κατά την οποία δοκίμασε πληθώρα εμπειριών, η δε γνωριμία του, το 1995, με τον Γέροντα, του είχε αλλάξει ριζικά τη ζωή του. Κατά την εν λόγω συνάντηση, ο υιός συνειδητοποίησε ότι η θεραπευτική αγωγή που δίνει η Εκκλησία έχει απτά και συγκεκριμένα αποτελέσματα. Τότε, για μία ακόμη φορά, επιβεβαιώθηκε η διαίσθησή του ότι, ο χώρος της Ορθοδόξου Εκκλησίας έκρυβε ένα πολύτιμο θησαυρό τον οποίο έπρεπε να εξιχνιάσει.