Επαρχιακό Λευκωσίας: Ουδέν μεμπτόν για Αθανάσιο
Μετά από λίγες μέρες, η μάρτυρας έπεισε τον υιό να συζητήσουν το θέμα. Όπως της εξήγησε, προσπαθούσε να μπει σε μια πνευματική πορεία και ο Γέροντας τον δυναμώνει. Ο δαίμονας όμως μπαίνει μέσα στη μητέρα του για να την αποδυναμώσει. Δεν κτυπούσε την ίδια, αλλά το δαίμονα που είχε μέσα της. Η μάρτυρας, τότε, επικοινώνησε με τον τότε Μητροπολίτη Πάφου Χρυσόστομο και σημερινό Αρχιεπίσκοπο, ο οποίος εξέφρασε μεν τις απόψεις του αλλά της ανέφερε ότι, ήταν δύσκολο να την βοηθήσει γιατί το Καταστατικό της Εκκλησίας και οι νόμοι της Κύπρου, δεν του το επιτρέπουν. Τελικά ο υιός αποφάσισε να μην φιλοξενηθεί στη Μονή Βατοπεδίου, αλλά στη Μονή Μαχαιρά. Η μάρτυρας τότε επικοινώνησε με τον τότε Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Μαχαιρά, Αρσένιο από τον οποίο δεν βρήκε κατανόηση, ενώ και πάλι ο Υιός την επίπληξε γι’ αυτή της την ενέργεια.
(7) Τον Ιανουάριο, 2003, ο υιός άρχισε διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο Κύπρου. Συνέχισε όμως να είναι ένα «από τα παιδιά του Αθανάσιου» για τον οποίο μιλούσε με πάθος.
(8) Στις 22 Ιανουαρίου, 2003, η μάρτυρας και ο υιός, συνάντησαν τον Γέροντα.
(9) Στις 23 Ιανουαρίου, 2003, η μάρτυρας έπεισε τον υιό να επισκεφθεί ψυχίατρο όπου στις 5 Φεβρουαρίου, 2003, μετά από αίτημα του γιατρού, τον επισκέφθηκαν μαζί με τον υιό. Μετά από αυτό, ο υιός αποξενώθηκε εντελώς από τη μάρτυρα. Δεν πήγαινε καθόλου στο σπίτι τους, δεν της μιλούσε στο τηλέφωνο. Όταν τελικά μίλησαν στο τηλέφωνο, αρνήθηκε να ξαναεπισκεφθεί τον ψυχίατρο. Η ίδια όμως, συνέχισε να συμβουλεύεται το γιατρό. Επιπρόσθετα, στις 15 Ιουλίου, η ίδια επισκέφθηκε ψυχολόγο.
(10) Μετά τα πιο πάνω, η μάρτυρας και ο υιός δεν είχαν οποιαδήποτε επικοινωνία μέχρι τις 20 Ιανουαρίου, 2004, οπότε η μάρτυρας έχασε τον πατέρα της. Μετά την κηδεία, ο υιός άρχισε σιγά σιγά να επιστρέφει στην οικογένεια. Έπαιρνε τηλέφωνο τη μάρτυρα, επισκεπτόταν πιο συχνά τον πατέρα του, μιλούσαν, συζητούσαν, τού έλεγε τα μελλοντικά του σχέδια. Σύχναζε σε οικογενειακές συγκεντρώσεις, πήγαινε στο σπίτι της οικογένειας όλο και πιο συχνά, έβγαλε το μαύρο πουκάμισο, ξαναβρήκε παλιούς φίλους, έκανε επισκέψεις, σε θείους και ξαδέλφια.
(11) Το 2006, βρήκε τον υιό, φανατικό υποστηρικτή του Εναγομένου 1 για το αρχιεπισκοπικό αξίωμα και να είναι στο επιτελείο του. Παρά την απογοήτευση για το αποτέλεσμα, ο Υιός ξαναβρήκε το ρυθμό στη ζωή του.
(12) Αρχές 2007, ο υιός μίλησε με τον πατέρα του (ΜΕ4) για τις προοπτικές που είχε για εργοδότηση. Υπολόγιζε ότι μέχρι το τέλος του 2007 θα τέλειωνε το διδακτορικό και σκεφτόταν να ακολουθήσει ακαδημαϊκή καριέρα.
(13) Όμως, στις 2 Ιουλίου, 2007, ανακοίνωσε στον πατέρα του ότι διέκοψε το διδακτορικό. Τώρα ήταν έτοιμος να ακολουθήσει το μοναχισμό. Ήρθε «η κλήση». Την βεβαίωσε ο Γέροντας. Ήταν πλέον έτοιμος και σίγουρος.
Η μάρτυρας τού μίλησε στο τηλέφωνο και τον έπεισε να επισκεφθεί την οικία τους για να μιλήσουν. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, όταν τον είδε τρόμαξε αφού είχε αλλάξει η όψη του και ήταν ολόχλωμος, με τον τρόμο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Προσπάθησε μάταια να του μιλήσει αλλά ήταν ανένδοτος, αναφέροντας ότι έβλεπε στο μέλλον μία αγιοσύνη που επερχόταν μόνο με τυφλή υπακοή στο Γέροντα.
(14) Μετά από εισήγηση της μάρτυρος, ο υιός επισκέφθηκε μαζί με τον πατέρα του τον ψυχίατρο την Πέμπτη, 19 Ιουλίου, 2007. Ακύρωσε όμως τα επόμενα ραντεβού πήγε στη Μονή Μαχαιρά και παρέμεινε εκεί.
(15) Η μάρτυρας συναντήθηκε με τον υιό στη Μονή Μαχαιρά ο οποίος της ανέφερε ότι ο Γέροντας του είχε πει ότι το διδακτορικό ήταν το «διακόνημά» του. Γι’ αυτό πηγαινοερχόταν από τη Μονή στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, σχεδόν κάθε μέρα.
(16) Στις 10 Οκτωβρίου, 2007, ο υιός διευθέτησε συνάντηση των Εναγόντων με το Γέροντα στη Μητρόπολη Λεμεσού. Ο Ενάγων 1 παρακάλεσε το Γέροντα να πείσει τον υιό να κατεβεί στη Μητρόπολη και να ασχοληθεί με την οικονομική διαχείριση, χωρίς μισθό. Ο Γέροντας υποσχέθηκε ότι θα το προσπαθούσε αλλά εξέφρασε επιφυλάξεις στο κατά πόσο θα το πετύχαινε.
(17) Στις 28, Οκτωβρίου, 2007, οι Ενάγοντες επισκέφθηκαν τον υιό στη Μονή Μαχαιρά αλλά αυτός οργισμένος, «τούς πέταξε έξω» λέγοντάς τους ότι δεν μπορούσαν να επεμβαίνουν στη ζωή του.
(18) Δεκαπέντε μέρες αργότερα η μάρτυρας, με την αδελφή της, επισκέφθηκαν τον υιό στη Μονή. Τις δέχθηκε ως να μην είχε προηγηθεί το πιο πάνω περιστατικό και τους μίλησε για τη ζωή του στη Μονή. Όταν η μάρτυρας τον ρώτησε τι σκόπευε να κάμει με το διδακτορικό, αυτός της ανέφερε ότι στη Μονή δεν έχουν αξία τα πτυχία και τα διπλώματα. Εκεί μετρά μόνο η ευχή του Γέροντα που έρχεται με την υπακοή. Η ευχή του Γέροντα έχει μεγαλύτερη αξία από το διδακτορικό. Είναι ευλογία Θεού.
(19) Ακολούθως η μάρτυρας περιέγραψε με χρονολογική σειρά κάποια γεγονότα που επεσυνέβησαν κατά τις επισκέψεις της στη Μονή, τις αντιδράσεις του υιού, το πώς αντέδρασε μετά την καταχώριση της παρούσας αγωγής αλλά και συναντήσεις της με διάφορους αρμόδιους φορείς. Κατέθεσε ως Τεκμήριο1, Επιστολή της ημερ. 23/7/2011 την οποία απέστειλε προς τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου.
Κατέθεσε επίσης ως Τεκμήριο2, box file 393 χειρόγραφων σελίδων τα οποία η ίδια η μάρτυρας κατέγραψε και οι οποίες εμπεριέχουν ομιλίες του Γέροντα. Οι εν λόγω ομιλίες μεταφέρθηκαν από 2 ψηφιακούς δίσκους τους οποίους, σύμφωνα με τη μάρτυρα τους της είχε δώσει κατά το έτος 2010 δόκιμος μοναχός της Ιεράς Μονής Μαχαιρά. Είναι ομιλίες που έκανε ο Γέροντας σε συνάξεις μοναχών και/ή υποψηφίων μοναχών από το 1993, που είχε γίνει Ηγούμενος στην Ιερά Μονή Μαχαιρά, μέχρι και το 2009. Σημειώνεται ότι από πλευράς Εναγομένων 1-3 και 5 ηγέρθηκαν ενστάσεις στην κατάθεση του Τεκμηρίου 2 και η κατάθεση του έγινε δεκτή μετά από ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου στις 6 Οκτωβρίου 2016.
Κατατέθηκε επίσης ως Τεκμήριο 3 ο Καταστατικός Χάρτης της Αγιωτάτης Εκκλησίας της Κύπρου (2010).
Από τον Ιούλιο, 2007, που ο υιός εισήχθη στη Μονή Μαχαιρά, η μάρτυρας θεωρεί ότι η οικογένειά της ακρωτηριάστηκε. Ο τρόπος που έφυγε, η ανεξήγητη, αδικαιολόγητη συμπεριφορά των αρμοδίων της Μονής, τραυμάτισαν και διέλυσαν τον οικογενειακό δεσμό. Από τότε, είναι ως να μην υπάρχει ο υιός, εφόσον οι επισκέψεις του στην οικογένεια είναι σχεδόν ανύπαρκτες. Εξαίρεση αποτελούσαν η παρουσία του στην κηδεία της γιαγιάς του, μητέρας της μάρτυρος, επίσκεψη στον πατέρα του στο Νοσοκομείο όταν νοσηλευόταν μετά από καρδιακό επεισόδιο και μία επίσκεψη στην οικία της οικογένειας. Οι δε επισκέψεις της οικογένειας του στη Μονή γίνονται μόνο σε τακτικές μέρες και ώρες, ενώ η τηλεφωνική επικοινωνία είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
Ο ΜΕ2, Α. Ν., είναι συνταξιούχος, από την Πάφο και Πρόεδρος του Παγκύπριου Συνδέσμου Συγγενών και Φίλων Μοναχών.
Κατέθεσε ότι, ανέλαβε πρωτοβουλία για ίδρυση του Συνδέσμου, γιατί, από τη μία έχει παιδί που είναι μοναχός στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου από το Δεκέμβριο, 2001, και, από την άλλη γιατί και οι γονείς και άλλων μοναχών πίστευαν ότι η συλλογική δράση θα δημιουργούσε καλύτερες προοπτικές για την αντιμετώπιση του κοινού προβλήματος.
Ο Σύνδεσμος, ιδρύθηκε το 2003 και ενεγράφη στο σχετικό μητρώο του Υπουργείου Εσωτερικών το 2004. Έχει δε 24 μέλη, όλοι γονείς μοναχών. Οι μοναχοί των οποίων οι γονείς είναι μέλη, είναι 15.
Ο Σύνδεσμος ενημέρωσε όλες τις αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Εκκλησίας με Επιστολές (Τ.6, δέσμη σχετικών επιστολών μεταξύ των ετών 2005-2012) και προσωπικές συναντήσεις με τους αρμοδίους όπου το σχετικό αίτημα, γινόταν δεκτό. Παράλληλα, ζητήθηκε η διεξαγωγή ανεξάρτητης έρευνας από ειδικούς επιστήμονες προκειμένου να εκτιμηθεί η έκταση του προβλήματος και να αξιολογηθούν οι επιπτώσεις επί των θυμάτων και των οικογενειών τους, καθώς και η λήψη όλων των απαραίτητων διορθωτικών μέτρων, με βάση την εθνική και Ευρωπαϊκή νομοθεσία για τα δικαιώματα του ανθρώπου.