Αθώοι για ακάλυπτες, με βούλα του Εφετείου
Οι επιταγές από το χρηματοκιβώτιο στα χέρια παραπονούμενου – Αθώο το ζεύγος επιχειρηματιών, παρότι η σύζυγος της υπέγραψε
Γράφει: Χριστάκης Γιαννακός
ΕΠΙΚΥΡΩΘΗΚΕ ομόφωνα από το Εφετείο η αθώωση ζεύγους επιχειρηματιών από την κατηγορία της έκδοσης ακάλυπτων επιταγών. Ο σύζυγος ήταν διευθυντής της εταιρείας και η γυναίκα του διευθύντρια του γραφείου της εταιρείας και διορισμένη γραμματέας μέχρι τις 2 Μαΐου 2012. Ήταν επίσης εξουσιοδοτημένη να υπογράφει επιταγές της εταιρείας.
Η διευθύντρια, πριν παραιτηθεί από τη θέση της, υπόγραψε δέκα συνολικά επιταγές της εταιρείας και τις έκλεισε στο χρηματοκιβώτιο. Στη συνέχεια, οι επιταγές αυτές βρέθηκαν στα χέρια του παραπονούμενου προς εξόφληση χρέους. Δεν είχαν όμως μέσα κεφάλαια και επιστράφηκαν απλήρωτες.
Το ζεύγος είχε κατηγορηθεί μαζί με την εταιρεία τους, ως συνεργοί για το αδίκημα της έκδοσης ακάλυπτων επιταγών. Το πρωτόδικο Δικαστήριο τους αθώωσε και ο παραπονούμενος εφεσίβαλε την αθώωση των κατηγορουμένων στο Εφετείο, το οποίο με τη σειρά του απέρριψε την έφεση υιοθετώντας τις θέσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, δηλαδή:
α) Σε ό,τι αφορά την εφεσίβλητη ήταν οι διαπιστώθηκε ότι αυτή σταμάτησε να εργάζεται στα γραφεία της εταιρείας και ότι προτού φύγει υπέγραψε περίπου δέκα επιταγές της εταιρείας τις οποίες φύλαξε στο χρηματοκιβώτιο του γραφείου. Κάτω από άγνωστες συνθήκες και σε άγνωστο χρόνο, οι επίδικες επιταγές, υπογεγραμμένες από την εφεσίβλητη βρέθηκαν στην κατοχή του εφεσείοντα. Η γραφή συμπλήρωσης των επιταγών είχε γίνει από δύο διαφορετικά και άγνωστα πρόσωπα, όχι από τους εφεσίβλητους.
β) Σε ό,τι αφορά τον εφεσίβλητο το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν ήταν το πρόσωπο το οποίο υπέγραψε τις επιταγές, ούτε φάνηκε να συνδέεται με οποιοδήποτε τρόπο με την έκδοση τους ή ακόμα και να έχει γνώση για το χρέος της εταιρείας προς τον εφεσείοντα ή οποιαδήποτε σχέση με την οικονομική διαχείριση της εταιρείας ή τους λογαριασμούς της. Αντίθετα αποτέλεσε κοινό έδαφος ότι η διαχείριση ανήκε στον πατέρα των εφεσιβλήτων.
Ένοχη σκέψη
Με την έφεση υποβάλλεται ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι δεν υπέχουν ευθύνη ως συνεργοί, και αποδίδεται στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι εσφαλμένα έκρινε ότι δεν αποδείχθηκε ένοχη σκέψη (mens rea).
Απορρίπτοντας την έφεση οι Δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αντώνης Λιάτσος, Τεύκρος Οικονόμου και Χάρης Μαλακτός υπέδειξαν ότι η εθελοτυφλία (willful blindness) δεν παύει να αποτελεί εκδήλωση του νοητικού στοιχείου της γνώσης. Εν προκειμένω, σύμφωνα με τις διαπιστώσεις του πρωτόδικου δικαστηρίου, δεν υπήρχε οποιαδήποτε γνώση, υπό οποιαδήποτε έννοια, των εφεσιβλήτων για την έκδοση των επιταγών. Η υπογραφή τους και μόνο από την εφεσίβλητη, υπό τις περιστάσεις που δέχθηκε το δικαστήριο ότι έγινε, δεν ισοδυναμεί με έκδοση.
Ακόμα οι τρεις Εφέτες παρατήρησαν πως η εφεσίβλητη υπογράφοντας τις επιταγές δεν ενεπλάκη στην έκδοση τους, ούτε είχε ένοχη διάνοια για την έκδοσή τους ως επιταγές οι οποίες θα παραδίδονταν συμπληρωμένες σε δικαιούχο ενώ δεν θα μπορούσαν να πληρωθούν. Ο εφεσίβλητος 1, έτι περαιτέρω, αν και διευθυντής της εταιρείας, δεν είχε οποιαδήποτε συμμετοχή ή γνώση, υπό οποιαδήποτε έννοια, ώστε να καταστεί υπεύθυνος ως συναυτουργός.
Σημείωση: Με ομόφωνη απόφασή του, ημερομηνίας 4 Ιουνίου 2020, το Ανώτατο Δικαστήριο (Λιάτσος, Οικονόμου, Μαλαχτός), απέρριψε την ποινική έφεση αρ. 253/18, κατά την εκδίκαση της οποίας τον εφεσείοντα εκπροσώπησε ο Μ. Σοφρωνίου και τους εφεσίβητους (Α. Τζ., Κ. Τζ.) ο Χρ. Παύλου.