Απόφαση – φωτιά για υπόθεση στις βρετανικές βάσεις
Τελικά, η όλη δικαστική διαδικασία αποτιμάται στο πλαίσιο του συνόλου της δίκης, ακριβώς διότι μόνο σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να διαπιστωθεί αν η δίκη υπήρξε δίκαιη. Πτυχή της αρχής της δίκαιης δίκης είναι και το αξίωμα της ισότητας των όπλων, το δικαίωμα κάθε διαδίκου να γνωρίζει όλη τη μαρτυρία που θα προσκομισθεί και η ευκαιρία που πρέπει να έχει να την σχολιάσει. Η ισότητα των όπλων επιβάλλει επίσης ότι κάθε διάδικος πρέπει να έχει εύλογη ευκαιρία παρουσίασης της υπόθεσής του, υπό συνθήκες οι οποίες δεν τον θέτουν σε μειονεκτική θέση έναντι της άλλης πλευράς.
Κατάληξη
Σε κάθε όμως περίπτωση, ισχυρισμός που προβάλλεται για παραβίαση του δικαιώματος της δίκαιης δίκης δεν εξετάζεται μεμονωμένα ή αποσπασματικά, ούτε και κατ΄ αφηρημένο τρόπο (in abstracto), αλλά συγκεκριμένα και υπό το φως της κάθε δεδομένης υπόθεσης (in concreto). Στη βάση των πιο πάνω θεωρούμε ότι το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου περί παραβίασης της αρχής της δίκαιης δίκης ως αποτέλεσμα της απώλειας των τεκμηρίων είναι λανθασμένη, καθότι, όπως έχει διαφανεί από το σκεπτικό της δικαστικής κρίσης, το ζήτημα εξετάστηκε μεμονωμένα και όχι ως ένα μέρος της όλης μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου, όπου υπήρχε, όπως αναφέραμε πιο πάνω, τέτοιο μαρτυρικό υλικό που θα του επέτρεπε να προχωρήσει και αξιολογήσει τη μαρτυρία στο σύνολο της, κάτι το οποίο λανθασμένα δεν έπραξε.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω η έφεση θα έχει επιτυχή κατάληξη. To θέμα που θα πρέπει να μας απασχολήσει είναι τι δέον γενέσθαι. Από τη στιγμή που το Κακουργιοδικείο δεν έχει προβεί σε αξιολόγηση του συνόλου της προσαχθείσας μαρτυρίας, έχοντας αποκλείσει μαρτυρία, όπως έχουμε αποδεχτεί ανωτέρω, και εξαγωγή συμπερασμάτων αξιοπιστίας, ώστε να καταλήξει σε ευρήματα αξιοπιστίας, δημιουργείται ένα κενό που καλείται το Εφετείο να αντιμετωπίσει.
Με το πιο πάνω δεδομένο πρέπει να εξετάσουμε κατά πόσο είμαστε υποχρεωμένοι να διατάξουμε επανεκδίκαση της υπόθεσης. Οι αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας περί επανεκδίκασης, επιβάλλουν την εξισορρόπηση μεταξύ της διασφάλισης της δίκαιης δίκης και της αποτελεσματικής απονομής της δικαιοσύνης.
Σ’ αυτά τα πλαίσια, δεν θα πρέπει η επανεκδίκαση να παραβιάζει το εύλογο του χρόνου διεξαγωγής της δίκης στο σύνολό της, ούτε είναι επιτρεπτό με ευκολία να τίθεται υπό τον κίνδυνο καταδίκης για δεύτερη φορά ένας κατηγορούμενος. Στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Δράκου κ.ά. (2012) 2 Α.Α.Δ. 851, το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό παρόμοιες περιστάσεις, έκρινε ότι υπήρχε ουσιαστικό ελάττωμα εν τη εννοία του άρθρου 4.2 του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Θεμελιωδών Ελευθεριών (Έβδομο Πρωτόκολλο) (Κυρωτικού Νόμου του 2000) (Ν. 18(ΙΙΙ)/2000), το οποίο προνοεί ότι δεν εμποδίζεται επανάνοιγμα της υπόθεσης στην προηγούμενη διαδικασία, το οποίο εδύνατο να επηρεάσει το αποτέλεσμα της υπόθεσης.