Ελεύθερος, με όρους, κατηγορούμενος για κακοποίηση
Δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις κράτησης, αποφάνθηκε το Δικαστήριο
Γράφει: Νάταλι Μιχαηλίδου
Μη αναγκαία η κράτηση κατηγορούμενου για σοβαρά αδικήματα, που περιλαμβάνουν σεξουαλική εκμετάλλευση και κακοποίηση ανηλίκου, σύμφωνα με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Εξετάζοντας τις παραμέτρους του αιτήματος που υπέβαλε η Κατηγορούσα Αρχή, ζητώντας όπως παραμείνει υπόδικος μέχρι την αποπεράτωση της δίκης, το Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις στέρησης της ελευθερίας του. Ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, απέρριψε το αίτημα κράτησης, καθότι η διαδικασία μπορεί να προστατευθεί με επιβολή όρων.
Βαρύ κατηγορητήριο
Η διαδικασία Παραπομπής, μέσω της οποίας εξετάστηκε αίτημα της Δημοκρατίας για κράτηση κατηγορουμένου μέχρι την αποπεράτωση της δίκης του στο Κακουργιοδικείο, διεξήχθη προσφάτως κεκλεισμένων των θυρών. Παρά το βαρύ κατηγορητήριο, αλλά και την επισήμανση του ίδιου του Δικαστηρίου στην ενδιάμεση απόφασή του ότι, το μαρτυρικό υλικό «τείνει να είναι μαρτυρία καταδίκης», κρίθηκε όπως αφεθεί ελεύθερος υπό όρους. Η απόφαση, πάντως, προκάλεσε έκπληξη σε νομικούς κύκλους, ενώ φέρεται να συζητήθηκε ακόμα και στις… φυλακές μεταξύ υποδίκων.
Ο κατηγορούμενος αντιμετωπίζει συνολικά 56 κατηγορίες για αδικήματα που διαπράχθηκαν από το 2012 μέχρι το 2018 και περιλαμβάνουν «σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιού με βάση τον Νόμο 87(Ι)/07, άσεμνη επίθεση εναντίον γυναίκας με βάση το Άρθρο 151 του Ποινικού Κώδικα και σεξουαλική κακοποίηση παιδιού κατά παράβαση των προνοιών του Νόμου 91(Ι)/2014», που αφορούν στην ανήλικη θυγατέρα του. Σημειώνεται ότι, λόγω της σοβαρότητας των κατηγοριών και της φύσης των αδικημάτων, ο κατηγορούμενος παραπέμφθηκε σε απευθείας δίκη στο μόνιμο Κακουργιοδικείο Λευκωσίας.
Σύμφωνα με την απόφαση, η Κατηγορούσα Αρχή υπέβαλε αίτημα όπως το Δικαστήριο διατάξει την κράτηση του κατηγορούμενου μέχρι και την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας, το οποίο στήριξε «σε δύο από τους τρεις λόγους που αναγνωρίζονται με βάση τη νομολογία», ήτοι τον κίνδυνο μη προσέλευσης στη δίκη και τον επηρεασμό μαρτύρων. Δεν τέθηκε από τον δημόσιο κατήγορο ζήτημα διάπραξης άλλων αδικημάτων.
Ως προς την πιθανότητα μη προσέλευσης στη δίκη, η βασική θέση της Κατηγορούσας Αρχής στηρίχθηκε, όπως αναφέρει η απόφαση «στη σοβαρότητα των αδικημάτων που αντιμετωπίζει ο κατηγορούμενος, στην πιθανότητα καταδίκης του με βάση την υπάρχουσα μαρτυρία και στο ύψος των ποινών που επιβάλλονται από τον Νόμο σε περίπτωση καταδίκης». H υπεράσπιση αντέταξε ως προς τούτο τους ισχυρούς δεσμούς του κατηγορούμενου με την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η απόφαση προκάλεσε έκπληξη σε νομικούς κύκλους, ενώ φέρεται να συζητήθηκε ακόμα και στις… φυλακές
Αθώος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου
Στην απόφαση σημειώνεται ότι η κράτηση αποτελεί έναν σοβαρό περιορισμό της προσωπικής ελευθερία του ατόμου και ότι «το Δικαστήριο εξετάζοντας αίτημα κράτησης κατηγορούμενου μέχρι τη δίκη, πρέπει να καθοδηγείται από τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή ότι κάθε κατηγορούμενος είναι αθώος, εκτός αν τελικά καταδικαστεί από αρμόδιο Δικαστήριο». Προστίθεται δε ότι με βάση την κυπριακή ποινική δικονομία «κάθε πρόσωπο το οποίο κατηγορείται για τη διάπραξη ποινικού αδικήματος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερο, εκτός αν το Δικαστήριο για πειστικούς λόγους άλλως ήθελε αποφασίσει». Συναφώς, ως παράγοντες που δύναται να συντείνουν στην εκτίμηση ότι κατηγορουμενος δεν θα προσέλθει στη δίκη, εξετάζονται η σοβαρότητα των αδικημάτων, η πιθανότητα καταδίκης και η αυστηρότητα της ποινής που πιθανόν να επιβληθεί.
Παραπέμποντας στην υφιστάμενη νομολογία, το Δικαστήριο αναφέρει ότι οι εν λόγω παράγοντες, σε καμία περίπτωση δεν εκτιμώνται «κατά απομόνωση», δηλαδή χωρίς τον συνοπολογισμό άλλων σχετικών δεδομένων (Θεοχάρους κ. α. v. Δημοκρατίας, 2002) και ότι «εκείνο που εξετάζεται είναι η πιθανότητα διαφυγής του κατηγορούμενου» (Ψύλλας v. Αστυνομίας, 2007). Περαιτέρω, «παράγοντες που λαμβάνει υπ’ όψιν του το Δικαστήριο κατά την εξέταση των πιο πάνω είναι μεταξύ άλλων εκείνα που συνδέονται με τον χαρακτήρα του, την κατοικία του, το επάγγελμά του, τα οικονομικά, τους οικογενειακούς δεσμού και όλων των ειδών τους δεσμούς με τη χώρα στην οποία διώκεται, ως επίσης και θέματα υγείας». Παρά ταύτα, είναι επίσης νομολογημένο σύμφωνα με την απόφαση ότι «προσωπικές συνθήκες δεν πρέπει να εξετάζονται με σκοπό επίδειξης επιείκειας του κατηγορούμενου».
Φυγοδικία και επηρεασμός μαρτύρων
Έχοντας διεξέλθει το μαρτυρικό υλικό, το Δικαστήριο σημειώνει στην απόφασή του ότι «υπάρχει πιθανότητα καταδίκης του κατηγορούμενου στις κατηγορίες που θα αντιμετωπίζει, χωρίς βεβαίως να αποκλείεται κάθε λογική προσδοκία για αθώωση». Συμπληρώνει ότι κατά την κρίση του «οι δεσμοί του με τη Δημοκρατία είναι στενοί» και ότι «παρά τη σοβαρότητα των αδικημάτων που του καταλογίζονται, το ύψος των ποινών που ενδεχομένως να επιβληθούν σε περίπτωση καταδίκης, κρίνω ότι δεν έχει καταδειχθεί κίνδυνος φυγοδικίας του».
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα επηρεασμού μαρτυρίας. Σχετικά σημειώνει ότι «δικαιολογημένος φόβος ότι κατηγορούμενος θα επέμβει στην πορεία της δικαιοσύνης είναι επιτρεπτός λόγος για κράτησή του», διευκρινίζοντας ότι «γενικές δηλώσεις προς αυτό δεν είναι αρκετές». Περαιτέρω, παραπέμποντας σε παλαιότερες αποφάσεις συμπληρώνει ότι «το Δικαστήριο θα διατάξει την κράτηση ενός κατηγορούμενου αν ικανοποιηθεί ότι υπάρχουν ουσιαστικοί λόγοι που μπορούν να οδηγήσουν σε συμπέρασμα ότι υπάρχει κίνδυνος επηρεασμού μαρτύρων». Λαμβάνοντας υπόψιν ότι «οι κύριοι μάρτυρες κατηγορίας αποτελούν μέλη της ίδιας οικογένειας», το Δικαστήριο αναφέρει ότι προβληματίστηκε έντονα επί του συγκεκριμένου σημείου, αλλά δεν ικανοποιήθηκε ότι προκύπτει με βάση τα ενώπιόν του δεδομένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Εγγύηση και όροι
Εν τέλει το Δικαστήριο έκρινε ότι η διαδικασία μπορεί να προστατευθεί με την έκδοση προσωρινού διατάγματος αποκλεισμού του κατηγορούμενου από την παραπονούμενη. Δυνάμει του Άρθρου 48 της Ποινικής Δικονομίας διέταξε, επίσης, όπως ο κατηγορούμενους αφεθεί ελεύθερος με τους εξής όρους:
- εγγύηση ύψους 30 χιλιάδων ευρώ,
- παράδοση του διαβατηρίου, της ταυτότητας και άλλων ταξιδιωτικών εγγράφων που κατέχει στις αστυνομικές αρχές,
- τοποθέτηση του ονόματός του στον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων (stop list) που η έξοδός τους από την Κυπριακή Δημοκρατία απαγορεύεται και
- να παρουσιάζεται σε Αστυνομικό Σταθμό τρεις φορές την εβδομάδα.
Καταληκτικά, σημειώνεται ότι η υπόθεση αναβλήθηκε κατά την πρώτη εμφάνιση ενώπιον Κακουργιοδικείου και ορίστηκε νέα δικάσιμος τον ερχόμενο Σεπτέμβρη.