Εμπορικό Δικαστήριο ή εμπόριο δικαιοσύνης;
Το νομοσχέδιο με τίτλο ο Περί Εμπορικού Δικαστηρίου και Ναυτοδικείου Νόμος του 2019, που προωθήθηκε προσφάτως στη Βουλή των Αντιπροσώπων προβάλλεται ως σημαντικό κομμάτι της δικαστικής μεταρρύθμισης. Το παρόν δεν αφορά σε μια αναλυτική προσέγγιση του νομοσχεδίου, προσδοκεί μόνο να αναδείξει στοιχεία της προβληματικής που περιβάλλει το ζήτημα. Η συζήτηση του νομοσχεδίου άλλωστε εκκρεμεί επί του παρόντος στο πλαίσιο της οικείας επιτροπής της Βουλής.
Γράφει: Δρ. Παύλος Νεοφύτου Κούρτελλος, Δικηγόρος
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσίευσε τον Απρίλιο τον πίνακα αποτελεσμάτων της Ε.Ε. στον τομέα της δικαιοσύνης για το 2019 (the 2019 EU Justice Scoreboard), ο οποίος παρέχει συγκριτική επισκόπηση της ανεξαρτησίας, της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των συστημάτων απονομής δικαιοσύνης στα κράτη μέλη της Ε.Ε. Η Κυπριακή Δημοκρατία κατέχει την τελευταία θέση στον σχετικό πίνακα για τον χρόνο εκδίκασης υποθέσεων. Προκειμένου για τον χρόνο εκδίκασης αστικών υποθέσεων, συμπεριλαμβανομένων των εμπορικών διαφορών, η Κυπριακή Δημοκρατία καταλαμβάνει την προτελευταία θέση. Την τελευταία θέση κατέχει ανάμεσα στα κράτη μέλη και σε ότι αφορά τα κρατικά κονδύλια για την λειτουργία των Δικαστηρίων. Το γενικό συμπέρασμα που συνάγεται από την επισκόπηση των σχετικών διαγραμμάτων για τις επιδόσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, ειδικά σε ότι αφορά την αποτελεσματικότητα, είναι ότι υστερεί κατά πολύ του ενωσιακού μέσου όρου.
Η πρωτοβουλία για δικαστική μεταρρύθμιση δεν υπήρξε αμιγώς κυπριακής εμπνεύσεως. Τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν στην Κύπρο, την Ελλάδα και την Πορτογαλία περιελάμβαναν προϋποθέσεις σχετικά με μεταρρυθμίσεις και στον τομέα της δικαιοσύνης. Ώστε η οικονομική κρίση ανέδειξε με έμφαση το αναγκαίο της δικαστικής μεταρρύθμισης και όχι η πρωτοβουλία των ημεδαπών θεσμών.
Το νομοσχέδιο με τίτλο ο Περί Εμπορικού Δικαστηρίου και Ναυτοδικείου Νόμος του 2019, που προωθήθηκε προσφάτως στη Βουλή των Αντιπροσώπων προβάλλεται ως σημαντικό κομμάτι της δικαστικής μεταρρύθμισης. Το παρόν δεν αφορά σε μια αναλυτική προσέγγιση του νομοσχεδίου, προσδοκεί μόνο να αναδείξει στοιχεία της προβληματικής που περιβάλλει το ζήτημα. Η συζήτηση του νομοσχεδίου άλλωστε εκκρεμεί επί του παρόντος στο πλαίσιο της οικείας επιτροπής της Βουλής.
Συζήτηση, ωστόσο, επιβάλλεται και μεταξύ και όλων όσων αφορά η δικαστική μεταρρύθμιση στο σύνολό της, εισηγητές, δικαστές, δικηγόρους, όπως και κάθε ενεργό πολίτη. Το κατά πόσον τέτοια συζήτηση έγινε ή γίνεται συγκροτημένα, όχι αποσπασματικά και όχι ερήμην εκείνων που θα κληθούν μάλιστα να εφαρμόσουν το προϊόν της μεταρρυθμιστικής απόπειρας, είναι μάλλον αμφίβολο. Μια πολιτεία η οποία δεν έδειξε τα αναγκαία αντανακλαστικά να μεριμνήσει εγκαίρως[1] για ένα ευαίσθητο τομέα ως η δικαιοσύνη και το δικαστικό σύστημα ώστε χρειάστηκε να της επιβληθεί η μεταρρύθμιση δεικνύει ότι πάσχει, κατ’ αναλογίαν θα πάσχει και η όποια συζήτηση.
Εμπορικό Δικαστήριο
Σε ότι αφορά το νομοσχέδιο προκύπτει ότι, ειδικά για τις εμπορικές διαφορές, η λύση που προκρίνει η Κυπριακή πολιτεία είναι η σύσταση πρωτοβάθμιου δικαστηρίου ειδικής δικαιοδοσίας, διακριτού από τα Επαρχιακά Δικαστήρια. Μια άλλη προσέγγιση θα ήταν η δημιουργία ειδικών δικαστικών τμημάτων υποκείμενων στα υφιστάμενα Επαρχιακά Δικαστήρια, με προσδιορισμό της καθ’ ύλην δικαιοδοτικής αρμοδιότητάς τους.
Υπάρχει πράγματι μια διεθνής τάση σύστασης εμπορικών δικαστηρίων προκειμένου για την επίλυση διαφορών εμπορικού χαρακτήρα, ειδικά αυτών που εμφανίζουν έντονα στοιχεία αλλοδαπότητας ως προς το forum εκδίκασης. Τέτοιες περιπτώσεις είναι το Παρίσι, το Άμστερνταμ, η Φραγκφούρτη. Ενόψει της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ένωση υπάρχει η προσδοκία ανάληψης μεριδίου υποθέσεων που συστηματικά μονοπωλεί για σκοπούς επίλυσης διαφορών το Λονδίνο. Η επίλυση διαφορών διεθνούς εμπορικού χαρακτήρα είναι σήμερα για το Ηνωμένο Βασίλειο μια εξαιρετικά κερδοφόρα βιομηχανία.[2] Η προσδοκία δεν είναι αβάσιμη, λόγω της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου τα αγγλικά δικαστήρια ίσως δεν προσφέρουν αποφάσεις που να είναι άμεσα εκτελεστές εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ενωσιακό δίκαιο έχει κατορθώσει να εναρμονίσει εκτεταμένα τα θέματα που αφορούν στη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις μεταξύ των κρατών μελών.[3]
Ώστε ίσως την τάση αυτή να αντανακλά η επιλογή για την δημιουργία δικαστηρίου ειδικής δικαιοδοσίας για τις εμπορικές υποθέσεις, καθώς και τις ναυτικές διαφορές που τώρα δικαιοδοσία σε πρώτο βαθμό έχει το Ανώτατο Δικαστήριο.
Εμπορική διαφορά και
δικαιοδοσία του Εμπορικού Δικαστηρίου
Το νομοσχέδιο προσδιορίζει ερμηνευτικά την έννοια της εμπορικής διαφοράς ως ακολούθως:
Κάθε διαφορά ή ζήτημα, εξαιρουμένης απαίτησης ή ανταπαίτησης για αποζημιώσεις, σε σχέση με προσωπικές βλάβες κάθε διαφορά ή ζήτημα, μεταξύ φυσικών ή νομικών προσώπων, όταν το ένα τουλάχιστον από αυτά ενεργεί είτε με την εμπορική ή επαγγελματική του ιδιότητα, ή από μόνο του, ή μέσω άλλου και περιλαμβάνει οποιαδήποτε διαφορά ή ζήτημα, που προκύπτει από ή σχετίζεται με ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα:
(i) Σύμβαση ή διαφορά μεταξύ επιχειρήσεων σε σχέση με επιχειρηματικό έγγραφο ή συμφωνία καθώς επίσης διαφορά σε σχέση με εταιρεία ή μεταξύ των μετόχων αυτής∙
(ii) αγορά, πώληση, εισαγωγή, εξαγωγή αγαθών·
(iii) μεταφορά αγαθών μέσω ξηράς, θάλασσας, αέρα ή μέσω αγωγού·
(iv) εκμετάλλευση πετρελαίου, φυσικού αερίου ή άλλων φυσικών πόρων·
(v) ασφαλιστικά και αντασφαλιστικά θέματα·